Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

ΕΛΛΗΝΟ-ΤΟΥΡΚΙΚΑ, ΕΛΛΗΝΟ-ΒΑΛΚΑΝΙΚΑ, ΕΛΛΗΝΟ-ΕΛΛΗΝΙΚΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
Δεν είμαι συγγραφέας, ούτε φιλόσοφος, ούτε πολιτικός. Δεν είμαι ¨κάτοικος¨ της Ελλάδος, είμαι σπλάχνο της, δεν είμαι μόνος, έχω συμπατριώτες που θέλω να μοιράζομαι μαζί τους υποχρεώσεις και δικαιώματα. Ανησυχώ για την πατρίδα μου και αν κινδυνεύσω δεν θα μπώ σε κάποιο ¨ΜΑΤΑΡΟΑ¨ για να πάω αλλού, θα μείνω εδώ ότι κι αν συμβεί. 
Το κατωτέρω κείμενο, προϊόν της αγωνίας μου για την πορεία της πατρίδας, γράφηκε αμέσως μετά την κρίση του Μαρτίου 1987 στο Αιγαίο, η οποία προέκυψε με την απόπειρα των Τούρκων να διεξαγάγουν έρευνες για κοιτάσματα πετρελαίου σε Ελληνικές θαλάσσιες περιοχές.
Την εποχή αυτή η ισορροπία δυνάμεων Ελλάδος Τουρκίας δεν είχε ανατραπεί, αλλά και τα στρατόπεδα των Δυτικών και Ανατολικών χωρών κρατούσαν τις ισορροπίες τους.
Η ΕΣΣΔ δεν είχε καταρρεύσει και οι Ελληνες ζούσαν το ¨ραντεβού με την ιστορία¨ καταναλώνοντας πέραν των δυνατοτήτων τους, αρνούμενοι να ασχοληθούν με βαρετά πράγματα όπως η Ιστορία, τα ¨εθνικά θέματα¨ και οτιδήποτε δεν άγγιζε άμεσα την προσωπική ευδαιμονία τους.
Και σ΄αυτό πρωτοστατούσαν εκείνοι που ώφειλαν, λόγω θέσεως και εκπαίδευσης να γνωρίζουν, ν΄ ανησυχούν, και να μεριμνούν για την επιβίωση και ενίσχυση του κράτους μας.
Υπήρχαν βέβαια και οι ολίγοι που ανησυχούσαν, όχι μόνον επειδή διέβλεπαν τις εξελίξεις αλλά και-κυρίως-διότι τους ενδιέφερε το γενικό και όχι μόνον το ατομικό τους όφελος.
Όσοι απ΄ αυτούς είχαν τη δυνατότητα να δημοσιοποιούν τις ανησυχίες τους, χαρακτηρίζονταν από διάφορους μόνιμους τρόφιμους και λειτουργούς των μέσων ενημέρωσης ως ¨γραφικοί¨, ¨εθνίκια¨ κ.λπ.,
Εμείς οι υπόλοιποι προσπαθούσαμε και προσπαθούμε ακόμη να συνδράμουμε διάφορους Ομίλους, Επιτροπές, Οργανώσεις που ιδρύθηκαν κατά καιρούς για να καταστήσουν δυνατότερη τη φωνή μας. Δυστυχώς στις δραστηριότητες αυτές υπήρξε μικρή συμμετοχή, διότι-όπως θέλω να ελπίζω-δεν είχαν τη δέουσα προβολή από τα ΜΜΕ, αλλά και διότι δεν ήταν εύκολα ορατοί οι κίνδυνοι που μας απειλούσαν.
Αν η κρισιμότητα των σημερινών καταστάσεων δεν ενεργοποιήσει τον πατριωτισμό αρκετών πολιτών θα είμαστε ανάξιοι να υπάρχουμε ως κράτος και ως έθνος. Είδομεν.
Υ.Γ. Κάποια σημεία του κειμένου αναφέρονται στις συνθήκες εκείνης της περιόδου(1987)οι οποίες έχουν αλλάξει. Δε θέλησα να αλλάξω το αρχικό κείμενο το οποίο έχω δημοσιοποιήσει από τότε σε πολλούς, για να φανεί ότι και τότε, όποιος ήθελε να δεί τα επερχόμενα, έβλεπε.

ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ-ΕΛΛΗΝΟΒΑΛΚΑΝΙΚΑ-ΕΛΛΗΝΟΕΛΛΗΝΙΚΑ

Αθήναι, 4 Νοεμβρίου 1987
Η πρόσφατη(Μάρτιος 87) Ελληνο-Τουρκική κρίση στο Αιγαίο με την εισβολή Τουρκικών "ερευνητικών" σκαφών, ας αποτελέσει την αφορμή για μια σοβαρώτερη μελέτη του Τουρκικού κινδύνου(αλλά και των αναδυόμενων Βαλκανικών κινδύνων) και στην προσπάθεια αυτή μπορεί να συμβάλλουν οι ακόλουθες σκέψεις και απόψεις.
Για να επιχειρήσουμε κάποια ανάλυση της κρίσης προεξοφλούμε το "ειδικό" ενδιαφέρον του αναγνώστη, την ανησυχία του δηλαδή για την απειλή κατά του κράτους-πατρίδας και κοιτίδας του πολιτισμού που ασπαστήκαμε.
Και δεν είναι περίεργο που βάζουμε τέτοια προϋπόθεση γιατί στον τόπο μας υπάρχουν και αυτήν την δύσκολη περίοδο πολλοί, που εννοούν να συμβιβάσουν την επιβίωση της πατρίδας μας με "αντιρρήσεις συνειδήσεως", "διεθνιστικά οράματα" "Ευρωπαϊκό" και "κοσμοπολιτικό" πνεύμα. Ακόμη ίσως να υπάρχουν και κάποιοι που βάζουν αυτά τα "οράματα" πάνω από την επιβίωση της πατρίδας.
Επειδή, η επιβίωση και η συμμετοχή στο παγκόσμιο σύστημα ισορροπιών δεν χαρίζεται ούτε είναι κληρονομικό δικαίωμα, οφείλουμε να επιβεβαιώνουμε καθημερινώς την ανάγκη υπάρξεως της πατρίδας μας με  επιχειρήματα, αρκετά "πειστικά" ώστε να συγκρατούν όποιον αμφισβητεί την ανεξαρτησία μας.
Οι κίνδυνοι είναι διαρκείς και μπορεί να προέλθουν από κάθε κατεύθυνση.
"Σύμμαχοι", "φίλοι" και "λάτρεις του πολιτισμού μας", δεν αποτελούν μικρότερο κίνδυνο από "δεδηλωμένους εχθρούς" και πολύ εύκολα και απροσδόκητα πολλές φορές, οι ρόλοι εναλλάσσονται, γιατί το κενό που δημιουργεί η παρακμή μιάς χώρας σπεύδουν να το αναπληρώσουν όλοι.
Αυτήν την περίοδο νοιώθουμε ανοιχτή απειλή από τη "σύμμαχο" Τουρκία αλλά δεν πρέπει να μας διαφεύγουν "κινήσεις" και από άλλους, γείτονες και μή. Δεν είναι τυχαίο ότι συσσωρεύονται νέφη απ' όλα τα σημεία του ορίζοντα και δεν είμαστε μπροστά σε μια Ελληνοτουρκική κρίση απλώς, αλλά σε μια Ελληνική (προχωρημένη) παρακμή.
Η αναβίωση του Τουρκικού επεκτατισμού θάπρεπε να επιβραδύνει την εξέλιξη των φαινομένων της παρακμής μας. Δυστυχώς δεν συνέβη αυτό και η παρακμή μας και το κενό ισχύος που αυτή δημιουργεί, προσελκύει τους δυνάμενους και ενδιαφερόμενους να συμπληρώσουν αυτό το κενό.
Αυτήν την περίοδο η Τουρκία είναι εκείνη που νομίζει ότι "δύναται", αλλά δε θ' αργήσουν και άλλοι που τώρα υποτονθορίζουν κάποιες απαιτήσεις να προβάλλουν ανοιχτά τα "δικαιώματά τους".
Για να διερευνήσουμε τα αίτια και την πορεία της κρίσης που βρισκόμαστε τώρα(την οποία θεωρώ ως την αρχή μιας παρατεταμένης γενικευμένης κρίσης στην ευρύτερη περιοχή μας), πρέπει να εκτεθούν αναλυτικώτερα ωρισμένοι παράγοντες που επηρεάζουν αυτήν την στιγμή τη θέση μας, χωρίς αυτοί οι παράγοντες να είναι οι μοναδικοί, διότι δεν αποκλείεται στο προσεχές μέλλον η εισβολή στο "Βαλκανικό και Μεσανατολικό φρενοκομείο" και άλλων παραγόντων.
1. Φαινόμενα Ελληνικής παρακμής
Η τεσσάρων αιώνων σκοταδιστική κυριαρχία των Τούρκων και η "Βαλκανιοποίηση" των Βαλκανίων δεν αποτελούσαν θεμέλια γιά την οικοδόμηση μιάς ορθολογικής κοινωνίας στη χώρα μας.
Μετά τους Τούρκους ανέλαβαν οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί "προστάτες", "φίλοι", "σύμμαχοι" κ.λπ. την ποδηγεσία μας και φρόντισαν να διατηρήσουν την υπανάπτυξη, το πολιτικό χάος και τον διχασμό.
Οσο κι αν φαίνεται περίεργο, τα πρώτα 100 χρόνια του Νεοελληνικού κράτους, παρά τις απροκάλυπτες και άγριες ξένες επεμβάσεις και την οικονομική δυσπραγία, ήταν γονιμώτατα, και σ' αυτόν τον αιώνα οικοδομήθηκε μιά κοινωνία κάποιων αρχών, διαμορφώθηκε ο νεοΕλληνικός χαρακτήρας της και παράλληλα αυξήθηκε η επικράτεια με την απελευθέρωση πολλαπλάσιων εδαφών απ' όσα είχε το αρχικό κράτος.
Μπορεί να λεχθεί ότι, ο αιώνας 1821-1921 ήταν ο "Ελληνικός αιώνας" μας.
Η τραγική και τουλάχιστον ισοβαρής με την πτώση της Κωνσταντινούπολης ήττα του 1922, συγκλόνισε βαθύτατα τους πολίτες του νεοελληνικού κράτους.
Ηταν ήττα του "Ελληνισμού" ως "ιδέας" και δεν περιορίστηκε μόνον στα πεδία της Μικρασίας, αλλά επεκτάθηκε στη ψυχή των Ελλήνων που, εμβρόντητοι και ματωμένοι μετά από μιά μεγαλειώδη προσπάθεια, διαπίστωναν ότι η "ιδέα" αυτή δεν ήταν τότε(όπως δεν ήταν ποτέ), αρεστή στους Ευρωπαίους δήθεν φίλους και μόλις προ ολίγου χρόνου συμμαχητές και συν-νικητές στον 1ο παγκόσμιο πόλεμο.
Η απογοήτευση και κατάθλιψη των ηττημένων γιά την διάψευση της θαυματουργής δύναμης της "ιδέας", χάραξε και τη συμπεριφορά μας στα επόμενα χρόνια. Αποδεχτήκαμε εύκολα τον μύθο της "μικράς και εντίμου Ελλάδος" και εξορκίσαμε κάθε μεγάλη ιδέα, φάρο αναγκαίο για την πορεία κάθε έθνους.
Είναι όμως πλέον καιρός να ξαναδούμε τα "Μικρασιατικά" με ρεαλισμό και θάρρος.
Είναι απαράδεκτοι και ανιστόρητοι οι χαρακτηρισμοί της δραματικής και εκπληκτικής αυτής προσπάθειας του Ελληνισμού σαν επεκτατικού-ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Στο χώρο της Μικράς Ασίας που παίχτηκε το αιματηρό παιγνίδι της ισχύος, προϋπήρχε το δικό μας δίκιο αλλά, ήρθε δυο φορές ο νικητής Οθωμανός να υπαγορεύσει(όπως συμβαίνει πάντα), το δικό του και να το επιβάλλει στους(μή Τουρκικούς) λαούς της Μικρασίας, δημιουργώντας την πρώτη φορά την Οθωμανική αυτοκρατορία και τη δεύτερη το "Τουρκικό" κράτος.
Γιατί να θεωρείται ότι είχε περισσότερα δικαιώματα πάνω στους λαούς της Μικρασίας η, διά της βίας κυριαρχήσασα, μικρή και πολυφυλετική άρχουσα ομάδα της Οθωμανικής τέως αυτοκρατορίας, απ' όσα δικαιώματα παρείχε στους Ελληνες η Ελληνική ιστορία του τόπου και η Ελληνική συνείδηση των Μικρασιατικών ;
Στα ερείπια της δικής μας "μεγάλης ιδέας" και στα πτώματα των στρατιωτών και των Μικρασιατών αδελφών μας χτίστηκε ένα νέο δήθεν εθνικό κράτος, μόνιμος ταραξίας και άρπαγας που θα το βρίσκουμε πάντα μπροστά μας τα επόμενα χρόνια, μέχρι να γίνει η επόμενη(και ίσως μοιραία) σύγκρουση.
Στους Βαλκανικούς πολέμους που προηγήθηκαν κάναμε έναν έξυπνο και δυναμικό αγώνα, κερδίσαμε και δε βρέθηκε κανείς ν' αμφισβητήσει τα δίκαιά μας.
Στη Μικρασία χάσαμε τη μάχη.
Αυτό είναι όλο. Αλλά, ο α γ ώ ν α ς σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι.
Οσότου συνέλθουμε από το οδυνηρό πλήγμα του 1922, περιπέσαμε στη δίνη του 2ου παγκοσμίου πολέμου.
Καθημαγμένοι από τον πόλεμο αυτόν επιδοθήκαμε στη διά των όπλων κάθαρση στο κράτος που δεν είχαμε ακόμη στήσει όρθιο.
Πολεμήσαμε γιά τον σκοπό αυτόν ακόμη και εναντίον των δήθεν "συμμάχων" μας και είμαστε ο μοναδικός λαός που μέσα σε μιά δεκαετία(1939-1949), κατάφερε να δεχθεί τα πλήγματα "εχθρών" και "συμμάχων".
Το αποτέλεσμα αυτής της υπερπροσπάθειας ήταν να μείνουν αλώβητοι και να κυριαρχήσουν τελικά οι συνεργάτες των μέν και των δέ. Αναδύθηκαν από τα ερείπια της κοινωνίας μας νέα πρότυπα πολιτών.
Οι φυγόμαχοι, οι συνεργάτες των ξένων, οι μαυραγορίτες και οι σαλταδόροι εισώρμησαν μαζί με τους δοσίλογους και τους πάσης φύσεως έξωθεν προστατευόμενους στον πολιτικό στίβο της χώρας.
Μέσα απ' αυτόν τον συρφετό διάλεξαν οι νέοι κοσμοκράτορες-και νέα αφεντικά μας-τους αξιωματούχους του μεταπολεμικού κράτους και αυτοί έδωσαν το στίγμα τους στην μεταπολεμική κοινωνία μας. Τα νέα ήθη και πρότυπα εξέθρεψαν στην εικοσαετία 1945-1965 τη γενιά των πολιτών και των πολιτικών που οδήγησαν και οδηγούν τη χώρα στην παρακμή και τον όλεθρο.
Εγινε κοινωνικά αποδεκτός και επαινετός μάλιστα, ο αεριτζής, ο άεργος "εισοδηματίας", ο τοκογλύφος, ο παρασιτικά ασχολούμενος και, έγινε αντικείμενο ψόγου και ειρωνίας ο εργάτης, ο αγρότης, ο δημόσιος υπάλληλος, ο έντιμος γενικά πολίτης.
Διχάστηκε βαθειά ο λαός μας και χωρίστηκαν οι πολίτες σε "εθνικόφρονες" και "μιάσματα".
Συνειρμοί όπως, εθνικόφρων=σωβινιστής=δεξιός=φασίστας, κυριάρχησαν στην ψυχή των μέν, ενώ γιά τους άλλους, πάς μή δεξιός ήταν κομμουνιστής= εαμοβούλγαρος=μητραλοίας κ.λπ.
Σχήματα που ταλάνισαν την κοινωνία μας επί δεκαετίες και δεν έχουν αποβληθεί ακόμη από την ψυχή όλων των συμπολιτών μας.
Κι αν μερίδα της δεξιάς είχε συμφέρον να συντηρεί τέτοιους συνειρμούς και ψευδοχαρακτηρισμούς, δεν μπορεί να βρεθεί δικαιολογία γιά την αριστερά, που δεν  προσπάθησε ν΄ απαλείψει από την ψυχή των πολιτών τα σχήματα αυτά.
Η Ελληνική αριστερά(ή μια μερίδα της έστω), με τα πλέγματα από το στίγμα του "στασιαστή" και την πικρία της ήττας, στάθηκε ανίκανη να διαβλέψει και παρακολουθήσει την προϊούσα "εθνικοποίηση" των αδελφών αριστερών κομμάτων των άλλων χωρών, κράτησε μαζί με το όπλο και το μυαλό "παρά πόδα", έμεινε ερωτικά και χιμαιρικά προσηλωμένη στα εγκαταλελειμένα απ' όλους πλέον διεθνιστικά οράματα και αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διοίκηση ενός(όπως το έβλεπε), "καπιταλιστικού-φασιστικού" κράτους.
Ετσι έμεινε άκαμπτη και στη διατήρηση των συνειρμών που προαναφέρθηκαν, αφού ότι είχε σχέση με στρατό, έθνος και πατρίδα ήταν γι' αυτήν περίπου συνώνυμο του μιλιταρισμού, φασισμού, πατριδοκαπηλείας κ.λπ.
Δέσμιοι και οι πολίτες τέτοιων σχημάτων, πήραν αρνητική θέση απέναντι σε κάθε ενέργεια που αναφερόταν στην προάσπιση της πατρίδας και του Ελληνισμού, Συντήρησαν έτσι κατά κάποιον τρόπο και από την πλευρά τους τον διχασμό και ανέστειλαν την επιθυμία νέων που τυχόν θα ήθελαν να ενταχθούν στον κρατικό μηχανισμό και ειδικώτερα στον στρατό.
Με τους μηχανισμούς επιλογής-απόρριψης της δεξιάς και την αποχή των αριστερών από τις "εθνικές" υπηρεσίες, η χώρα στερήθηκε χρήσιμους πολίτες της που διοχέτευσαν τη ζωτικότητά τους, μαζί με την πικρία του πολίτη δευτέρας κατηγορίας, σε έντονους εσωτερικούς αγώνες και διεθνιστικές δραστηριότητες, αδιαφορώντας γιά την οικονομική και αμυντική επάρκεια ενός κράτους που δεν τους αντιμετώπιζε σαν ισότιμους πολίτες του και ήταν ταυτισμένο στη συνείδησή τους με τη φασιστική δεξιά.
Η δεξιά πάλι δεν ήταν επαρκής, ή δεν ήθελε να θυσιάσει τις απολαύσεις του προνομιούχου πολίτη, κι έτσι δεν μερίμνησε γιά την δίκαιη ανάπτυξη της κοινωνίας μας και την αμυντική θωράκιση της χώρας έναντι εξωτερικών εχθρών(εξ άλλου είχε επιτελέσει το χρέος της με τον εσωτερικό εχθρό), και ανέθεσε εν λευκώ την άμυνά μας σε "συμμάχους" και "προστάτες".
Επιδοθήκαμε κατόπιν τούτου όλοι, δεξιοί και αριστεροί, στην απόλαυση των αγαθών της καταναλωτικής κοινωνίας, απέχοντες, ο καθείς γιά τους δικούς του λόγους, από τα εθνικά καθήκοντα.
Είχαμε την τύχη(και την μετατρέψαμε σε κατάρα),να συρρεύσουν στην περίοδο 1950-1965 τεράστια κεφάλαια από τους ναυτικούς μας, τους μετανάστες και τους διωκόμενους Ελληνες της Τουρκίας και της Αιγύπτου. Τα κεφάλαια αυτά δεν διετέθησαν σε παραγωγικές επενδύσεις, αλλά κυκλοφόρησαν μεταξύ εμπόρων γης, αεριτζήδων και εισαγωγέων καταναλωτικών αγαθών πολυτελείας.
Ετσι, όχι μόνον δεν οικοδομήσαμε σωστά το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα που μας επέβαλαν(ή διαλέξαμε), αλλά εκχυδαϊσαμε και τον τρόπο ζωής μας. Αποκτήσαμε βιοτικό επίπεδο πολύ ανώτερο απ' αυτό που αντιστοιχούσε στους κόπους μας και αυτό μας έκανε να ξοδεύουμε εύκολα και χυδαία τα άκοπα αποκτημένα χρήματα και μάλιστα να έχουμε και άφθονο χρόνο στη διάθεσή μας γιά να τα ξοδεύουμε, αφού ουσιαστικά δεν εργαζόμαστε.
Μαζί με την αφθονία κεφαλαίων και τον υπερκαταναλωτισμό της περασμένης εικοσαετίας, ενέσκηψαν και τα πολιτιστικά υποπροϊόντα των προστατών μας που ήλθαν να ολοκληρώσουν τη διάβρωση από τον δοσιλογισμό, την καπατσωσύνη και την εθνοκαπηλεία.
Από την αναπόφευκτη διαδικασία διεισδύσεως ξένων πολιτισμικών στοιχείων έλειψε πλέον αυτό που διέκρινε πάντα τους Ελληνες, δηλαδή το φιλτράρισμα και η "Ελληνοποίηση" πριν από την ενσωμάτωσή τους, που διατηρούσε αλώβητο και κυρίαρχο το Ελληνικό ύφος και ήθος.
Φυσικά κάποτε το "οικονομικό θαύμα" θα καταρρεύσει και ο σαθρός, συμφεροντολογικός συνδετικός κρίκος των μελών της κοινωνίας μας(ο οποίος αντικαθιστά βαθμιαία τους πολιτισμικούς δεσμούς μας), θα κοπεί μαζί με την κατάρρευση του βιοτικού (δηλαδή χυδαία καταναλωτικού) επιπέδου.
Και παρά τις ολοφάνερες πλέον ενδείξεις της παρακμής, συνεχίζουμε την πορεία μας ανύποπτοι γιά την δριμύτητα των νόμων που διέπουν την επιβίωση των εθνών και κρατών ,και με την ψευδαίσθηση της σκέπης άλλων προστατών(ΕΟΚ-ΗΠΑ), ή του ΟΗΕ.
2.  Βαλκάνια και Βαλκάνιοι
Η, μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, ουσιαστική διχοτόμηση της Βαλκανικής και ο αυστηρός έλεγχος κάθε τμήματος από ΗΠΑ και ΕΣΣΔ επέβαλαν μιάν αφύσικη ηρεμία στην περιοχή που έγινε γνωστή ως"πυριτιδαποθήκη" της Ευρώπης.
Τα Βαλκάνια, συνώνυμα της διαρκούς αναταραχής και των σχεδόν ανεπίλυτων εθνολογικών και συνοριακών προβλημάτων, επανέρχονται βαθμιαία στη "φυσική τάξη πραγμάτων", δηλαδή στην αστάθεια και τις περιπεπλεγμένες απαιτήσεις για λύτρωση "αλυτρώτων αδελφών και εδαφών", αναδιατάξεις συνοριακών γραμμών κ.λπ.
Η ΕλληνοΤουρκική, κρίση είναι μία αιχμηρή εκδήλωση των "Βαλκανικών πραγμάτων", σε συνδυασμό με τα "Μεσανατολικά πράγματα", αλλά δεν είναι η μόνη στα Βαλκάνια, ούτε είναι ανεξάρτητη από άλλες φανερές ή υποβόσκουσες κρίσεις όπως, μεταξύ Ελλάδος-Αλβανίας(Ελληνική μειονότητα), Ελλάδας-Γιουγκοσλαυϊας-Βουλγαρίας(Μακεδονικό), Τουρκίας - Βουλγαρίας(μουσουλμάνοι), Γιουγκοσλαυϊας- Αλβανίας(Κόσοβο), ενδοΓιουγκοσλαυικές διαφορές κλπ.
Η κρίση οξύνεται συνεχώς και είναι δύσκολο να προδικάσει κανείς εκτόνωσή της χωρίς κάποιες συγκρούσεις.
Η Βαλκανική χερσόνησος,(όπως και ο χώρος του Αιγαίου και της Δυτικής Μ. Ασίας), υπήρξε από την αυγή της Ιστορίας, πεδίο συγκρούσεως και αναμίξεως φυλών και πολιτισμών.
Σ' αυτήν την περιοχή που ήταν για χιλιάδες χρόνια μήτρα και κοιτίδα υψηλών πολιτισμών και κατάντησε μετά από 4 αιώνες Οθωμανικής κυριαρχίας θλιβερός ουραγός και παίγνιο των μέχρι πρότινος βαρβάρων Ευρωπαίων μαθητών της, αναβίωσαν ήδη καταστάσεις εφιαλτικές και εξευτελιστικές και σε τούτο συνέβαλε η σταδιακή χαλάρωση των μηχανισμών ελέγχου των μητροπόλεων ΗΠΑ και ΕΣΣΔ στις "συμμαχίες" των οποίων είχαν ενταχθεί εκόντες-άκοντες οι Βαλκάνιοι, σε συνδυασμό βέβαια και με τον πολιτικό "παιδομορφισμό" που τους ταλανίζει.
2. α. Οθωμανικά χρόνια
Βέβαια πολλοί, χρησιμοποιούντες σχετλιαστικά τη φράση "φταίει η Τουρκοκρατία", δεν αναγνωρίζουν ότι η σκοτεινή αυτή περίοδος είναι βασική αιτία για την οικονομική, πολιτισμική και πολιτική καθυστέρηση όλων των Βαλκανίων.
Αλλοι πάλι, ενώ δεν αμφισβητούν τη βίαιη οπισθοδρόμηση λόγω της Τουρκικής κυριαρχίας, δεν παραδέχονται ότι η αρνητική επίδραση της Τουρκοκρατίας έπρεπε να φθάνει μέχρι των ημερών μας, δηλαδή προβάλλεται κατά κάποιον τρόπο η άποψη ότι, ο πολιτισμός και οι ικανότητες των υπόδουλων Βαλκανίων μπήκαν απλώς σε νάρθηκα όλα τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και όφειλαν ν' αναφανούν ακέραια το 1821, ή το αργότερο σε μερικά(πόσα άραγε ;) χρόνια.
Αλλά γιά τον γνώστη της ιστορίας των Βαλκανίων, πρό και κατά την Τουρκοκρατία, μιά τέτοια άποψη είναι αστήρικτη και επιπόλαια.
Η Τουρκική κυριαρχία δεν κατέλυσε μόνον την ανεξαρτησία των λαών που κατακτήθηκαν αλλά ,με μεθοδικότητα και ιδιάζουσα σκληρότητα, διέκοψε βίαια τη φυλετική και πολιτισμική ανάπτυξη και διέβρωσε συστηματικά τη φυλετική, γλωσσική και θρησκευτική ιδιαιτερότητα των υποδούλων, χρησιμοποιώντας συχνά και ομοφύλους τους γιά την αλλοτρίωση αυτή. Η εφαρμογή των "Οθωμανικών μεθόδων διοίκησης", επέφερε βαρειές απώλειες στον υλικό πλούτο(συνεχής λεηλασία της παραγωγής, αφού οι Οθωμανοί ησχολούντο μόνον με τα όπλα), και στο ανθρώπινο δυναμικό(παιδομάζωμα, σφαγές, εξισλαμισμός-εκτουρκισμός) και μάλιστα στο ευρωστότερο τμήμα του και βύθισε στο Οθωμανικό τέλμα επί τέσσερις αιώνες όλους τους Βαλκάνιους.
Οι Βαλκάνιοι, πρωτοπόροι στον πολιτισμό από τα βάθη των αιώνων όταν η ιστορία αγνοούσε την ύπαρξη των άλλων Ευρωπαίων, είχαν κατακτήσει ένα υψηλό πολιτισμικό και βιοτικό επίπεδο μέχρι την Τουρκική κατάκτηση.
Οταν στην υπόλοιπη Ευρώπη ανακάλυπταν αυτό που γνώριζαν οι Βαλκάνιοι χιλιάδες χρόνια πρίν(τον Ελληνικό πολιτισμό δηλαδή), και προχωρούσαν στη συγκρότηση των κοινωνιών τους και αυτού που αποκαλούμε "δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός", τα Βαλκάνια στέναζαν υπό την  Οθωμανική ταφόπετρα και μάλιστα με τη συνειδητή συνδρομή των Ευρωπαίων που συνέβαλαν στην πτώση των "αιρετικών ορθοδόξων".
Δεν είναι λοιπόν δικαιολογία άνευ αξίας η επίκληση της καταστροφικής δράσεως των περίφημων "Οθωμανικών μεθόδων" διοίκησης στο οικονομικό, πολιτισμικό και πολιτικό επίπεδο των Βαλκανίων, μόνον που θ' ακριβολογούσαμε αν προσθέταμε στη δράση των Οθωμανών και τη συνδρομή των Ευρωπαίων λοιδωρών μας, που συνεχίζουν και σήμερα το διαβρωτικό ρόλο τους. Αλλά η Ιστορία επιφυλλάσει την εκδίκησή της με τον εξευτελισμό και την ¨Βαλκανιοποίηση¨ της Ευρώπης από τις Η.Π.Α.
Οταν άρχισε η παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, τα Βαλκάνια απετέλεσαν πεδίον πολλαπλών και περίπλοκων προπαγανδιστικών επιχειρήσεων των ανερχόμενων Ευρωπαϊκών δυνάμεων(Αυστρία, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία), στην προσπάθεια συρρικνώσεώς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και αυξήσεως της δικής τους επιρροής και ισχύος, και αν δεν επήλθε η διάλυση της αυτοκρατορίας ήδη από τον 17ο αιώνα, είναι γιατί οι δυνάμεις αυτές ενδιαφερόντουσαν περισσότερο να μη ισχυροποιηθούν οι ανταγωνιστές τους παρά να διαλυθεί ο "μεγάλος ασθενής".
Η προπαγάνδα που ανέπτυξαν οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις ήδη από τον 17ο αιώνα στα Βαλκάνια ήταν(και με τα σημερινά ακόμη μέτρα), πρωτοφανής σε επινοήσεις, πολυπλοκότητα, διάρκεια και αποτελεσματικότητα.
Ηδη κατά τους τελευταίους Οθωμανικούς αιώνες είχε αρχίσει στα Βαλκάνια η μεταλλαγή του θρησκευτικού διαχωρισμού σε φυλετικό. Οι Μουσουλμάνοι ταυτίστηκαν εννοιολογικά με τους Οσμανλήδες που ήταν η κυρίαρχη στρατιωτική-διοικητική ομάδα, ενώ οι, δεύτερης κατηγορίας υπήκοοι Χριστιανοί, έχοντας σχεδόν απολέσει τη φυλετική μνήμη τους, επέλεξαν σαν αντίβαρο και στήριγμα την ανώτερη πολιτιστικά και ένδοξη ιστορικά Ελληνική ταυτότητα. Αυτήν δηλαδή, την υψηλού επιπέδου σύνθεση πολιτισμικών στοιχείων που αποκαλούμε "Ελληνικό πολιτισμό", ο οποίος αναπτύχθηκε στον ευρύτερο χώρο των Βαλκανίων και της Ανατολ. Μεσογείου επί αιώνες και κάλυπτε μιά πανσπερμία ανθρώπων. Ο Ελληνικός πολιτισμός, ξεπερνώντας δύσκολα και με την αναπόφευκτη υποβάθμιση και αλλοίωση των στοιχείων του τις διαδοχικές επιδράσεις από κατώτερες πολιτιστικά φυλές, επεβίωνε και συνεχιζόταν μέσα από ανθρώπους οι οποίοι εύρισκαν στον πολιτισμό αυτόν αρχές και πρότυπα που τους έκαναν περήφανους ν' αποτελούν μέλη του Ελληνισμού.
Ο Ελληνισμός ξεπέρασε και την τελευταία οδυνηρή και διαβρωτική περίοδο της κυριαρχίας των Οθωμανών και των Λατίνων, διαμόρφωσε έναν "ιστορικό συμβιβασμό" με την Ορθοδοξία και οι αξίες του επέζησαν στη μνήμη πολλών φυλών της Βαλκανικής και της Μικρασίας.
Στην κρίσιμη λοιπόν περίοδο του 18ου αιώνα, όταν διαφαινόταν άλλη μιά ευκαιρία αναδύσεως και επικρατήσεως του Ελληνισμού στα Βαλκάνια, είχαν πλέον ωριμάσει οι καρποί των προπαγανδιστικών προσπαθειών των Ευρωπαίων και της Λατινικής εκκλησίας που δεν επιθυμούσαν καθόλου μιά τέτοια εξέλιξη.
Μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδος, Οθωμανοί και Ευρωπαίοι είδαν με τρόμο την προοπτική διαδοχής των Οθωμανών από τους Ελληνες-Ορθόδοξους, δηλαδή ομόδοξους των μεγάλων αντιπάλων τους Ρώσων και κατέβαλαν εργώδεις προσπάθειες να κρατήσουν συρρικνωμένο το Ελληνικό κράτος και να ενδυναμώσουν τα ήδη "πλασμένα" εθνικά Βαλκανικά κρατίδια.
Οι "εθνοπλασίες" ήταν έργο των Ευρωπαίων γιά να δημιουργήσει ο καθένας γιά λογαριασμό του εθνικά κράτη-δορυφόρους και να κληρονομήσει έτσι τμήμα της καταρρέουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Τα προπαγανδιστικά "παίγνια" των Αυστριακών, Ρώσων, Γάλλων, Αγγλων κ.λπ. οδήγησαν στην εκδίωξη των Οθωμανών από τη Βαλκανική αλλά παράλληλα, και μέσα από έναν μακροχρόνιο τοκετό, στον βίαιο και εν πολλοίς τεχνητό διαχωρισμό σε "εθνικά κράτη" που τα εδαφικά τους σύνορα μετακινούμενα κατά τις περιστάσεις δεν συνέπιπταν ποτέ με τα σύνορα "εθνοτήτων", όπως βέβαια εννοούσαν τα σύνορα αυτά οι ενδιαφερόμενοι.
Στον μακροχρόνιο αυτόν αγώνα οι Βαλκάνιοι έβαλαν πολλές φορές σε δεύτερη μοίρα την εκδίωξη των Οθωμανών και αργότερα την κοινωνική τους πρόοδο και επιδόθηκαν με ζήλο στην αναζήτηση στοιχείων που "ν' αποδεικνύουν" τη μακρά και ένδοξη ιστορία του "έθνους" τους, κάνοντας παράλληλα και τη σχετική εθνοκάθαρση του κρατιδίου τους. Εγιναν πιόνια των μεγάλων δυνάμεων, βοήθησαν στη δημιουργία αυτού που ονομάστηκε "πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης" και επέπεσαν ο ένας επί του άλλου γιά την πραγμάτωση της αντίστοιχης "μεγάλης ιδέας", Σερβικής, Ελληνικής, Βουλγαρικής, Ρουμανικής κ.λπ., που έθρεψε κάθε χώρα γιά λογαριασμό της, έως ότου οι εκατέρωθεν "αλλοεθνείς" ή "αλλοεθνίζοντες", ωθήθηκαν στα όρια του κράτους της "εθνικότητός τους", αφήνοντας και πάλι πίσω τους κάποιες μειονότητες γιά να θυμίζουν την πολυπλοκότητα της πληθυσμιακής συνθέσεως του παρελθόντος, αλλά και γιά ν' αποτελούν την εστία απ' όπου θα πυροδοτούνται εσαεί "αλυτρωτικοί" αγώνες.
2. β. Περίοδος διπολισμού
Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, όταν η Ευρώπη θεράπευε τις πληγές του πολέμου και οι λαοί της είχαν πρόσφατη την εμπειρία από τις διεκδικήσεις ζωτικού χώρου, τους αγώνες γιά τη λύτρωση "αλυτρώτων" εδαφών κ.λπ. ήταν απρόσφορο το κλίμα γιά "επαναβαλκανοποίηση" των Βαλκανίων και έτσι όλοι επιδόθηκαν στις συνήθεις ασχολίες των "ειρηνικών" περιόδων, δηλαδή στον επανεξοπλισμό και την ψυχολογική προετοιμασία γιά τους επόμενους "αμυντικούς", "απελευθερωτικούς", "λαϊκούς", "εθνικούς" κ.λπ. αγώνες.
Εξ άλλου οι δύο μεγάλοι ΗΠΑ και ΕΣΣΔ ήταν αρκετά ισχυροί και με το κύρος του νικητή που αγωνίστηκε γιά την ελευθερία των λαών, δε θα δίσταζαν να συμμορφώσουν βίαια όποιον από τους μικρούς επιχειρούσε να παίξει ρόλο που μόνον σ' αυτούς ανήκε. Αρκούσε τότε, όπως απέδειξε η Κυπριακή κρίση το 1964, μιά επιστολή του Τζόνσον προς τον ζωηρό μικρό(Τουρκία), γιά ν' αποτραπεί μιά πολεμική σύγκρουση.
Με τον καιρό κι αφού η Ευρώπη έγλειψε τις πληγές του πολέμου, οι δύο μεγάλοι ακολούθησαν νομοτελειακά την πορεία προς την χαλάρωση και την παρακμή. Δηλαδή στη θέση του ευέλικτου, λιτού, σφριγηλού μηχανισμού που ανέδειξε νικήτριες τις δυό μεγάλες δυνάμεις, αναπτύχθηκε ένας νέος πολύπλοκος, γραφειοκρατικός, νωχελικός μηχανισμός διοίκησης της μητρόπολης και ελέγχου των δορυφόρων-συμμάχων.
Ο μηχανισμός αυτός κατέστησε χαλαρό(και βαθμιαία καθιστά χαλαρώτερο), τον έλεγχο των δορυφόρων και επιτρέπει έτσι σ' αυτούς την ανάπτυξη ανεπιθύμητων και μή ελεγχόμενων διπλωματικών ή/και πολεμικών "παιγνίων".
Η "κινητικότητα" των δορυφόρων μπορεί να φθάσει ακόμη και σε παρεμβάσεις στον ίδιο τον μηχανισμό της μητρόπολης με "λόμπυς", δωροδοκίες κ.λπ. φαινόμενα που μας είναι γνωστά άλλωστε στο δυτικό συγκρότημα, όπου πρωταθλητές στο διαβρωτικό και αποδοτικό αυτό παιγνίδι είναι οι Εβραίοι.
Πίσω και μακράν από τους Εβραίους, οι οποίοι έχουν καταστήσει τις ΗΠΑ ουσιαστικά έδρα και χρηματοδότη των παγκόσμιας εμβέλειας δραστηριοτήτων τους και διοικούν εκ του αφανούς την υπερδύναμη αυτή, ακολουθούμε ασθμαίνοντες οι Τούρκοι κι' εμείς με τα ισχνά "λόμπυς" που κινούνται όσο και όπου ακριβώς τους επιτρέπει το Εβραϊκό λόμπυ αφού και η περιοχή μας εμπίπτει στα στρατηγικά ενδιαφέροντα του Ισραήλ.
Τα πράγματα στην άλλη πλευρά, στο ανατολικό συγκρότημα δηλαδή, δεν είναι τόσο προχωρημένα και η ΕΣΣΔ ελέγχει ακόμη τους δορυφόρους της αποτελεσματικά. Η διαρκής όμως τάση των Βαλκανίων γιά "κινήσεις" αποδεικνύεται και από την αναζωπύρωση μειονοτικών κ.λπ. ζητημάτων από τη Γιουγκοσλαυϊα και Αλβανία(Μακεδονικό, Κόσσοβο), δηλαδή από τις μοναδικές χώρες που έχουν ξεφύγει προ πολλού από τον έλεγχο της μητρόπολης ΕΣΣΔ.
Αυτά σαν υπόμνηση και απάντηση σ' όσους υπερεκτιμούν την αποτελεσματικότητα των μηχανισμών ελέγχου των μητροπόλεων και αφελώς βασίζουν ακόμη και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας τους στην κατασταλτική δύναμη των μεγάλων έναντι του "κακού γείτονα".
Γιά κάθε προσεκτικό μελετητή της ιστορίας αναμένεται ως νομοτελειακή εξέλιξη η παρακμή μιάς μεγάλης δύναμης μέσα από τους ίδιους τους μηχανισμούς που την ανύψωσαν.
Τα αυτοκρατορικά δικαιώματα, καθήκοντα και υποχρεώσεις, εμπεριέχουν την ανάγκη διαθέσεως ενός μεγάλου μέρους των πόρων και της λείας, σε έξοδα διοικήσεως και επιβολής στους δορυφόρους.
Η φθορά του ηθικού και η πτώση του ενθουσιασμού των πολιτών της μητρόπολης στη δίνη των πολυποίκιλων και εν πολλοίς δυσνόητων "αυτοκρατορικών" υποχρεώσεών τους, ωθεί τους ικανότερους εξ αυτών μάλλον στην απόλαυση του μέρους της λείας που κατέκτησαν παρά στη συμμετοχή τους στην πολύπλοκη και απρόσωπη διοίκηση, η οποία πρέπει να φροντίζει γιά τη διαιώνιση της ισχύος και κυριαρχίας της μητρόπολης.
Ετσι, βαθμιαία η μητρόπολη χάνει τον ενθουσιασμό των πολιτών της, αναγκάζεται να βασισθεί για την επάνδρωση του διοικητικού μηχανισμού σε αδιάφορους η ιδιοτελείς "μισθοφόρους" και πνίγεται στις ευθύνες της αυτοκρατορίας τις οποίες κανείς πλέον δεν θέλει ν' αναλάβει.
Η Τουρκία, κληρονόμος και μητρόπολη μιάς, μέχρι πρό 60 μόλις ετών, αυτοκρατορίας, διατηρεί αλώβητη την ηγετική ομάδα της(στρατιωτικούς, διπλωμάτες), τα μέλη της οποίας γνωρίζουν άριστα τις δυνατότητες και αδυναμίες μιάς "μητρόπολης εν παρακμή" και αξιοποιούν την πείρα αυτήν.
Ηδη μετά την περιπέτεια των ΗΠΑ στο Ιράν, η Τουρκία εμφανίζεται σαν περιφερειακή δύναμη με συνεχώς αυξανόμενο κύρος και συνεπώς με ακόμη μεγαλύτερη δυνατότητα ανεξέλεγκτων "κινήσεων" και παρεμβάσεων.
Οποιοι ελπίζουν ότι οι ΗΠΑ θα επέμβουν υπέρ ημών για να υπερασπιστούν το δίκαιο ας έχουν υπόψη τους την αρχή που ισχύει ΠΑΝΤΟΤΕ*.(* Με εξαίρεση το Ισραήλ για το οποίο οι ΗΠΑ  δαπανούν πολύ περισσότερα απ' όσα θα τους στοίχιζε η Αραβική "φιλία", αλλά τούτο επιβάλλεται από το πανίσχυρο Εβραϊκό "λόμπυ"). 
Σύμφωνα με την αρχή αυτή, κάθε μεγάλη δύναμη, ακολουθεί την αρχή της "ήσσονος προσπαθείας" στην διαδικασία επιβολής της τάξεως στο χώρο επιρροής της.
Σε μιά διαμάχη λοιπόν μεταξύ των δορυφόρων της, τάσσεται με το μέρος εκείνου για την υπεράσπιση του οποίου θ' απαιτηθεί από μέρους της η μικρότερη προσπάθεια και θα καταβληθεί το μικρότερο(οικονομικό,στρατιωτικό,πολιτικό) κόστος. Είναι προφανές λοιπόν ότι σε μιά διαμάχη Ελλάδος, Τουρκίας θα ταχθούν με τη χώρα που διαθέτει τη μεγαλύτερη δύναμη αντιστάσεως και στρατιωτική ισχύ, δηλαδή με την Τουρκία.
Ας μην είμαστε λοιπόν αφελείς, γιά να μη διαπιστώσουμε με οδύνη την ισχύ αυτής της αρχής μετά την Κύπρο, και στο Αιγαίο και στη Θράκη.
Συνοψίζοντας λοιπόν τα περί Βαλκανικής, βλέπουμε να εμφανίζονται μέσα στην παρακμάζουσα Οθωμανική αυτοκρατορία "πλάσματα εθνών" και μετά την κατάρρευσή της, "πλάσματα κρατών", που δεν προσπαθούν να στηριχθούν ανοιχτά σε κάποια πολιτισμική ενότητα, αλλά αγωνίζονται ν' αποδείξουν την ύπαρξη καθαροαιμίας και φυλετικής συνέχειας με εκλεκτές προγονικές φυλές, κατασκευάζοντας ιστορία με λογικές ακροβασίες και πλαστά στοιχεία.
Ομως οι Βαλκάνιοι, γαλβανισμένοι με τις μεγάλες ιδέες τους(που είναι σφάλμα να πιστεύεται ότι έχουν αποκηρυχθεί), συντηρούν την αβεβαιότητα των συνοριακών ρυθμίσεων και τις υποθήκες γιά λυτρωτικούς αγώνες υπέρ των μειονοτήτων τους και μόνον οι περιστάσεις και οι εύγλωτες "νουθεσίες" των προστατών τους, συγκρατούν ή περιορίζουν στο φραστικό μόνον μέρος την επιθετικότητά τους.
Αν οι συνεχείς και οδυνηρές μεταπτώσεις της τύχης ενός τόπου και των κατοίκων του έφερναν σ' αυτούς "ιστορική πείρα", θα έπρεπε οι Βαλκάνιοι να είναι οι σοφώτεροι των ανθρώπων και να έχει κατά συνέπειαν παγιωθεί η ειρηνική συμβίωσή τους.
Τούτο όμως δε συμβαίνει και είναι φανερό ότι δεν προβλέπεται να συμβεί στο ορατό τουλάχιστον μέλλον.
3. Τουρκία
Η γνώση της ιστορίας της Τουρκίας είναι απολύτως αναγκαία, όχι μόνο διότι είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη δική μας, αλλά κυρίως διότι η εξήγηση των στόχων και της τακτικής της εξωτερικής πολιτικής της και η πιθανή πρόβλεψη των κινήσεών της, βρίσκεται στο παρελθόν αυτού του μωσαϊκού φυλών που αποτελεί τυπικό δείγμα βίαιης, συστηματικής "εθνοπλασίας".
Ας δούμε σύντομα πιά είναι αυτή η "ένδοξη" φυλή στην οποία ανάγουν οι σημερινοί Τούρκοι την καταγωγή τους.
Γνωστοί σαν Τούρκοι ή κατά τους Κινέζους ΤU-KUEH ή DURGO ήταν κάποιες κοινότητες ποιμένων-πολεμιστών που περιφερόντουσαν στην Ευρασιατική στέππα από βοσκότοπο σε βοσκότοπο, αντιμετωπίζοντας τα στοιχεία της φύσεως και αντίπαλες φυλές.
Από τον 6ο μ.Χ. αιώνα, απέκτησαν τον έλεγχο της Μογγολίας και δημιούργησαν μιά "νομαδική αυτοκρατορία", φαινόμενο συνηθισμένο γιά την περιοχή και για την ιστορική εκείνη περίοδο κατά την οποία στις απέραντες ημιέρημες εκτάσεις, η κινητικότητα των νομάδων-ποιμένων-πολεμιστών τους έφερνε σε μεγάλες αποστάσεις νικητές και λαφυραγωγούς, αλλά σχεδόν ποτέ μόνιμους κατόχους αυτών των κατακτημένων και λεηλατημένων αχανών εκτάσεων.
Στις αρχές του 8ου μ. χ. αιώνα, κινήθηκε δυτικά μιά ομάδα με το όνομα "Ογούζ" και αρχηγούς μέλη της φυλής των Σελτζούκων. Ηρθαν σ' επαφή με τους ισχυρούς ακόμη Αραβες, χρησιμοποιήθηκαν απ' αυτούς σαν μισθοφόροι, εξισλαμίσθηκαν βαθμιαία(ήταν ειδωλολάτρες), και τελικά κληρονόμησαν από τους παρακμάζοντες Αραβες την Περσία, Μεσοποταμία και Συρία.
Εδώ παρατηρήθηκε η βασική διαφορά αυτών των φυλών από τις άλλες που έκαναν εφήμερες κατακτήσεις και μετεκινούντο συνεχώς.
Οι Σελτζούκοι εγκαταστάθηκαν μόνιμα και ανέπτυξαν ικανότητες αναγκαίες γιά τη διοίκηση μιάς ήδη μεγάλης και πολυεθνικής ισλαμικής αυτοκρατορίας.
Εξω από το κράτος των Σελτζούκων υπήρχαν και άλλες κοινότητες Τούρκων νομάδων, οι Τουρκομάνοι, που επιδίδονταν σε ληστρικές εφόδους προς τα χαλαρά πλέον σύνορα της Βυζαντινής και της Σελτζούκικης αυτοκρατορίας.
Ο Σελτζούκος Σουλτάνος Τογρούλ, έστρεψε τους Τουρκομάνους προς το Βυζάντιο και στην πρόκληση αυτή αναγκάστηκε ν' απαντήσει ο αυτοκράτορας Ρωμανός IV ο Διογένης.
Τότε, το 1071 μ.Χ. οι Βυζαντινοί υπέστησαν στο πεδίο της μάχης του Μ α  ν τ ζ ι κ έ ρ τ πανωλεθρία και ο ίδιος ο αυτοκράτορας συνελήφθη αιχμάλωτος από τον Σουλτάνο Αλπ-Αρσλάν. Αυτή η μάχη ήταν ιστορικής σημασίας και άνοιξε το δρόμο στους Τούρκους γιά τη Μικρασία. Τότε φάνηκε σαν ένα επεισόδιο, μιά απλή μάχη.
Αλλά, η μάχη του Μαντζικέρτ και η χρονολογία 1071 πρέπει να μένει στη μνήμη μας όσο και η 29η Μαϊου 1453, γιατί ήταν εξίσου αποφασιστικές και καταστρεπτικές γιά τον Ελληνισμό.
Οι Σελτζούκοι συνέχισαν μεθοδικά την επέκτασή τους στη Μικρασία και στο πρώτο μισό του 13ου αιώνα ήταν πιά στο ζενίθ της δύναμής τους.
Τότε όμως επέπεσαν σαν θεϊκή μάστιγα στην επικράτειά τους κύματα Μογγόλων του Τζεγκίς-Χάν και, η αυτοκρατορία που ιδρύθηκε επί χρόνια με υπομονή και επιδεξιότητα, διαλύθηκε μέσα σε λίγες μέρες.
Οι Μογγόλοι του Τζεγκίς-Χάν δεν κατέκτησαν γιά να μείνουν και μετά από μιά μόλις γενιά υποχώρησαν. Αλλά έτσι οι Σελτζούκοι είχαν πλέον μπεί οριστικά στο περιθώριο της ιστορίας.
Η νέα, διάδοχη δύναμη που θα κάλυπτε το κενό ήταν ένα σμήνος "γαζήδων", σεϊχηδων, δερβίσηδων, Τουρκομάνων, φυγάδων της Σελτζούκικης αυτοκρατορίας κ.λπ. που επέπεσαν στο εσωτερικό της Μικρασίας όπου η κυριαρχία του Βυζαντίου είχε ατονήσει(λόγω κακοδιοίκησης, άγριας φορολογίας κ.λπ.), και τελικώς οι φύλαρχοι αυτών των πολεμιστών βρέθηκαν ιδρυτές δέκα περίπου ηγεμονιών, γύρω στο 1300 μ.Χ.
Μιά απ' αυτές, η ηγεμονία του Ο σ μ ά ν(ή Οθμάν), έμελλε να εξελιχθεί σε αυτοκρατορία, την Οθωμανική.
Γιά την καταγωγή του Οσμάν υπάρχει φυσικά και ο σχετικός μύθος.
Πατέρας του θεωρείται κάποιος Ερτογρούλ, αρχηγός 400 μόλις πολεμιστών που βρέθηκαν τυχαία στο πεδίο μιάς μάχης μεταξύ Μογγόλων και του Σελτζούκου Σουλτάνου Αλα-εδ-δίν.
Ο Ερτογρούλ σε συνεννόηση με τους άνδρες του και από υψηλοφροσύνη πήρε το μέρος του, σε δεινή θέση ευρισκόμενου Σουλτάνου, ο οποίος αφού νίκησε τους Μογγόλους αντάμειψε τον Ερτογρούλ με τιμάριο γής στο Εσκή-Σεχίρ. Αργότερα, γιά παρόμοια συνδρομή του σε μάχη κατά των Βυζαντινών, του δώρισε ακόμη μιά μεγάλη έκταση-τιμάριο.
Υπάρχουν και άλλοι μύθοι που έχουν σκοπό ν' αποδείξουν θεϊκή φώτιση και εύνοια γιά τον Οσμάν και νόμιμο δεσμό με την βασιλεύουσα δυναστεία κ.λπ. που δεν είναι του παρόντος.
Οι Οσμανλήδες(απόγονοι του Οσμάν), δεν ήταν Μουσουλμάνοι ούτε πολυάριθμοι. Εξισλαμίστηκαν γιατί ήρθαν πρώτα σ' επαφή με τους Μουσουλμάνους Αραβες κ.λπ. και μαζί με τη θρησκεία πήραν γλωσσικά στοιχεία, γραφή και τις απαραίτητες γνώσεις γιά την άσκηση διοίκησης στη συνεχώς επεκτεινόμενη κυριαρχία τους.
Είχαν την τύχη να εγκατασταθούν σ' ένα στρατηγικώτατο σημείο της Βόρειας Μικρασίας στα σύνορα με την παρακμάζουσα Βυζαντινή αυτοκρατορία και κοντά στη θάλασσα.
Εζησαν περισσότερο κοντά στους Ελληνες παρά στις υπόλοιπες Τουρκικές φυλές και αύξησαν τον πληθυσμό του κρατιδίου τους προσεταιριζόμενοι με την πειθώ* δυσαρεστημένους Βυζαντινούς συνοριακούς στρατιώτες(ακρίτες), και εξισλαμίζοντες γειτονικούς πληθυσμούς με τους οποίους ήρθαν και σε εκτεταμένη επιγαμία.(* Ικανότητα που διατηρούν αναλλοίωτη έως σήμερα. Οι Τούρκοι με μιά ιδιάζουσα δολιότητα και επιδεξιότητα  "έπειθαν" και αποκοίμιζαν τα υποψήφια θύματά τους, και μόνον όταν ήταν βέβαιοι για την αδυναμία αντίστασης χρησιμοποιούσαν τα όπλα.)
Οι 400 μόλις πολεμιστές του Ερτογρούλ χρειάστηκαν 60 ολόκληρα χρόνια γιά να γίνουν 4000 με τις παραπάνω μεθόδους. Ηδη απ' αυτούς τους 4000 οι περισσότεροι ήταν προσήλυτοι, ενώ οι υπόλοιποι ήταν γόνοι των 400 πολεμιστών από την επιγαμία τους με γυναίκες Βυζαντινών πολιτών, δηλαδή ήδη από την πρώτη γενιά, ήταν κατά το ήμισυ μόνον Τούρκοι.
Οι Οσμανλήδες ήταν ουσιαστικά ένα ανδρικό επιδρομικό σώμα σε διαρκή πολεμική δραστηριότητα και κίνηση. Ηταν συνεπώς αδύνατη η διατήρηση οικογένειας και η απόκτηση γνήσιων απογόνων. Εσπερναν βέβαια όπου περνούσαν μιγάδες, και αργότερα, όταν σταθεροποίησαν τις κατακτήσεις τους και απέκτησαν μόνιμο τόπο διαμονής, άρπαζαν αλλόφυλες γυναίκες από τις οποίες αποκτούσαν φυσικά και πάλι μιγάδες.
Γιά λόγους λοιπόν που αναφέρονται στον τρόπο ζωής των Οσμανλήδων και στις μεθόδους διοίκησης της αυτοκρατορίας, οι Μουσουλμάνοι υπήκοοι, υπόλοιπο των οποίων είναι οι σημερινοί Τούρκοι, είναι οι λιγώτερο φυλετικά καθαροί απ' όλους τους λαούς που κατακτήθηκαν και εντάχθηκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Να σημειωθεί ότι η επιγαμία με αλλόφυλες γυναίκες δεν σταμάτησε ποτέ, ακόμη και στούς ίδιους τους σουλτάνους, οι περισσότεροι των οποίων είναι τέκνα αλλόφυλων (ούτε κάν μιγάδων) γυναικών.
Οι Οσμανλήδες, λόγω του μικρού αριθμού τους ήταν αδύνατο να δώσουν ικανό αριθμό στρατιωτών γιά την κάλυψη των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών του επεκτεινόμενου κράτους των, επειδή δέ η πίστη τους επέβαλε τη στράτευση μόνον Μουσουλμάνων, κατέφυγαν στην(δανεισμένη από Αραβες κ.λπ.), μέθοδο της αρπαγής των ευρωστώτερων νέων από τους κατακτώμενους λαούς, τον εξισλαμισμό τους και τη δημιουργία του σώματος των γενιτσάρων.
Είναι βεβαιωμένο από στατιστικά στοιχεία, απογραφές κ.λπ. ότι η ανδρική επιδρομική φυλή των Οσμανλήδων, ελάχιστους γνήσιους εξ αίματος(έστω και εξ αρρενογονίας), απογόνους μπορούσε ν' αποδώσει, και στο σύνολο του πληθυσμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας οι φερόμενοι ως γνήσιοι Οθωμανοί-Τούρκοι ήταν ένα πολύ μικρό ποσοστό, διεσπαρμένοι μάλιστα ως φρουροί, στρατιώτες, διοικητικοί υπάλληλοι κ.λπ. μέσα στην αχανή αυτοκρατορία, όπου ασφαλώς είχαν συνεχή επιμιξία με τους αλλόφυλους υπηκόους και κυρίως τους προσήλυτους Μουσουλμάνους.
Είναι λοιπόν μάταια και γελοία η προσπάθεια του Κεμάλ και των διαδόχων του να πλάσουν "Τουρκικό έθνος" που έχει δήθεν φυλετική συνέχεια  με τους 400 πολεμιστές του Ερτογρούλ.
Εξ άλλου μέχρι την πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας όχι μόνον δεν αμφισβητήθηκε ποτέ ο πολυφυλετικός χαρακτήρας της, αλλ' αντίθετα αυτός προβαλλόταν ως απόδειξη της ανεκτικότητας και μεγαλοψυχίας της κυρίαρχης ομάδας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η αυτοκρατορία που είχε κληρονομικό αρχηγό(Σουλτάνο), έναν εξ αρρενογονίας Οσμανλή, επάνδρωνε πάντα τον διοικητικό μηχανισμό και τα επίλεκτα στρατιωτικά τμήματα κυρίως με αλλόφυλους προσήλυτους πρώτης γενιάς και με ελάχιστους μιγάδες.
Οχι μόνον κατώτεροι και ανώτεροι διοικητικοί υπάλληλοι και στρατιωτικοί αλλά και οι ανώτατοι αξιωματούχοι όπως, Μεγάλοι Βεζύρηδες(δηλαδή πρωθυπουργοί), στρατάρχες και ναύαρχοι, ήταν σχεδόν πάντα εξισλαμισμένοι αλλόφυλοι(κυρίως Ελληνες και Αρβανίτες) και πολλές φορές μάλιστα πρώτης γενιάς.
Γιά την περίεργη(και πολύ επιτυχή όπως αποδείχθηκε), αυτή επιλογή, δεν είχε κανείς δισταγμό, ούτε ο Σουλτάνος ούτε οι προσήλυτοι αξιωματούχοι, εναργέστατη απόδειξη ότι τα μέλη της κυρίαρχης ομάδας δεν απασχολούσε και δεν ένωνε καμμιά φυλετική συγγένεια, αλλά το πολύ απτό και σαφές κοινό συμφέρον(λαφυραγωγία, αξιώματα κ.λπ.). Αυτό το συνδετικό στοιχείο που εξέλιπε όταν σταμάτησαν οι κατακτήσεις, προσπάθησε να αντικαταστήσει ο Κεμάλ με την εφεύρεση του ¨Τουρκικού έθνους¨.
Οι κατακτήσεις εδαφών και καθυπόταξη φυλών στις ημιέρημες περιοχές που κινήθηκαν οι πρώτοι Τουρκομάνοι και Οσμανλήδες ήταν, όπως προαναφέρθηκε, εύκολη υπόθεση γιά νομαδικές-πολεμικές φυλές και ιδρύθηκαν από διάφορες τέτοιες φυλές εφήμερες "ποιμενικές αυτοκρατορίες" που έσβησαν μόνες τους γιατί οι φύλαρχοι δεν είχαν την επιθυμία να ιδρύσουν μόνιμες επικράτειες, αλλά να λαφυραγωγήσουν.
Είναι γνωστές οι θυελλώδεις εκστρατείες του Τζεγκίς-Χάν και του Τιμούρ(Ταμερλάνου).
Ο πρώτος διέλυσε μέσα σε λίγες μέρες την αυτοκρατορία των Σελτζούκων και ο δεύτερος παρ' ολίγον ν' απαλλάξει οριστικά την Βυζαντινή αυτοκρατορία από τους Οθωμανούς όταν τους κατενίκησε στην Αγκυρα το 1402 και συνέλαβε αιχμάλωτο τον Σουλτάνο Βαγιαζήτ Ι ( προπάππο του πορθητή Μωάμεθ) ο οποίος πέθανε από οδύνη γιά τον διασυρμό που του επεφύλαξε ο Τιμούρ να τον περιφέρει μέσα σε κλουβί κατά τις μετακινήσεις του .
Οι Οσμανήδες ήταν λοιπόν μιά από τις πολλές φυλές που δρούσαν επιδρομικά στα πλευρά της ασθενούς Βυζαντινής αυτοκρατορίας και κατόρθωσαν με αφετηρία την αρχική ομάδα των 400 πολεμιστών του Ερτογρούλ να οργανώσουν μιά πολεμική και διοικητική μηχανή που εξουσίασε επί αιώνες, πλήθος φυλών σε περιοχές μεγαλύτερες απ' όσες εξουσίαζε η Βυζαντινή αυτοκρατορία.
Είχαν την τύχη να ηγηθεί της φυλής τους μιά μακρά σειρά από ικανώτατους αρχηγούς πολεμιστές-διοικητές-οργανωτές που πολέμησαν όχι μόνο για τα πρόσκαιρα λάφυρα αλλά και γιά να κρατήσουν τα κατακτώμενα εδάφη.
Οι Οθωμανοί διέφεραν από τις άλλες επιδρομικές φυλές κατά το ότι επεθύμησαν, αντί της απλής λαφυραγωγίας την μόνιμη εκμετάλλευση των κατακτωμένων εδαφών και φυλών. Είχαν την τύχη να ηγηθεί της φυλής τους μιά μακρά σειρά από ικανώτατους αρχηγούς πολεμιστές-διοικητές-οργανωτές, οι οποίοι συνέθεσαν έναν διοικητικό μηχανισμό, μίγμα και παραλλαγή των αντίστοιχων μηχανισμών των πολύ πιό πολιτισμένων Αράβων και Βυζαντινών, ο οποίος όμως υπερτέρησε, γιατί το σφρίγος του νέου(και νεοφώτιστου) κατακτητή και η πλουσιώτατη λεία, κίνησαν τον μηχανισμό αυτόν με μεγαλύτερη ταχύτητα και ευελιξία.
Αλλά οι περίφημες "Οθωμανικές μέθοδοι δίοικησης", τις οποίες εθαύμασαν πολλοί Οθωμανολόγοι Ευρωπαίοι, έχασαν πολύ γρήγορα την αποτελεσματικότητά τους όταν οι επιδρομικοί πόλεμοι έπαυσαν πλέον ν' αποδίδουν λεία. Σημείο καμπής για την ακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν η ατυχής εκστρατεία του Σουλεϊμάν του μεγαλοπρεπούς κατά της Βιέννης.
Η παρακμή των θεσμών και των μεθόδων διοίκησης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ήρθε πολύ πιό γρήγορα απ' ότι σε προγενέστερες(και μεταγενέστερες) αυτοκρατορίες και ήδη από τον 17ο αιώνα(δύο μόλις αιώνες μετά την πτώση της Κων/πολης) η διατήρηση ή, η διάλυση της αυτοκρατορίας ήταν στα χέρια των νέων Ευρωπαϊκών δυνάμεων.
Το "ανατολικό ζήτημα", δηλαδή η προσπάθεια της Ρωσίας να κατακτήσει και διαδεχθεί τους Οθωμανούς στα εδάφη της Ασίας και Βαλκανικής και η αντίρροπη προσπάθεια των υπόλοιπων Ευρωπαϊκών δυνάμεων, συντήρησαν στη ζωή γιά δύο περίπου αιώνες ακόμη τον "μεγάλο ασθενή", δηλαδή την Οθωμανική αυτοκρατορία, από την οποία βέβαια δεν παρέλειπαν ν' αποκόπτουν τεμάχια οι δυνάμενοι όπως π.χ. την Κύπρο, Ελλάδα, Τυνησία, Μαρόκο, Αίγυπτο, Βοσνία, Ερζεγοβίνη, Μολδοβλαχία κ.λπ.
Οταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου(1ος Παγκ.Πόλεμος) αφέθηκε να καταρρεύσει αυτό το επί δύο αιώνες συντηρούμενο και υποβασταζόμενο από τους Ευρωπαίους συνονθύλευμα φυλών που αποτελούσε την πάλαι ποτέ Οθωμανική αυτοκρατορία.
Αλλά και τότε η τύχη επεφύλαξε μιά ακόμη εύνοια στην κατ' όνομα πλέον Οθωμανική αυτοκρατορία, όταν στο τέλος του 1ου παγκοσμίου πολέμου, έβγαλε στο προσκήνιο τον Μουσταφά Κεμάλ(μετέπειτα Ατατούρκ), ο οποίος κατόρθωσε ν' αποτρέψει την πλήρη διάλυση ή, την αποφασισμένη από τους νικητές συρρίκνωση της "αυτοκρατορίας" σ' ένα μικρό κράτος της Μικρασίας.
Ο Μουσταφά Κεμάλ, αξιωματικός του στρατού, γόνος εξισλαμισμένων Εβραίων της Θεσσαλονίκης(ντονμέ), είχε ως διοικητής των αμυνομένων στη χερσόνησο της Καλλιπόλεως Τουρκικών στρατευμάτων, καταγάγει περιφανή νίκη κατά του στρατού των συμμάχων(Αγγλων, Γάλλων κ.λπ.), γεγονός που του είχε προσδώσει μεγάλο κύρος.
Ο Σουλτάνος ο οποίος είχε συμμαχήσει κατά τον 1ο Παγκ.πόλεμο με την ηττηθείσα Γερμανία, ήταν πλέον υποτελής των συμμάχων της Αντάντ και υπέγραψε τη συνθήκη των Σεβρών με την οποία η τέως Οθωμανική αυτοκρατορία διαμελιζόταν και περιοριζόταν σ΄ ένα μικρό κράτος της Μικρασίας. Η συνθήκη αυτή δεν εφαρμόστηκε ποτέ για λόγους που σχετίζονται με τα αντικρουόμενα συμφέροντα των νικητριών δυνάμεων, αλλά και λόγω των ενεργειών του Κεμάλ .
Ο Μουσταφά Κεμάλ κήρυξε ανταρσία κατά του Σουλτάνου και  με μιά μικρή ομάδα αξιωματικών συγκρότησε στρατό στα εδάφη του Πόντου, με τον οποίον, αντιστάθηκε στον Ελληνικό στρατό που είχε αποβιβασθεί και προέλαυνε στη Μικρασία, και,(ενισχυόμενος αφειδώς από τους μπολσεβίκους της Ρωσίας και κάποιους από τους πρώην συμμάχους Ιταλούς και Γάλλους) μετά από διετή  αγώνα,  προκάλεσε τη μεγαλύτερη ήττα του Ελληνισμού μετά την πτώση της Κων-πόλεως, και κράτησε ένα μεγάλο κομμάτι της τέως αυτοκρατορίας.
Ο Μουσταφά Κεμάλ και οι περί αυτόν δεν παραδέχτηκαν ποτέ(παρά τα αντιθέτως διατυμπανιζόμενα), την οριστική κατάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τη συρρίκνωσή της στο κράτος της Τουρκίας.
Θεώρησαν υπεύθυνους της παρακμής και καταστροφής, αφ' ενός μέν την ανασταλτική επίδραση του ιερατείου του Ισλάμ, αφ' ετέρου δέ τον διαβρωτικό ρόλο της πολυφυλετικής και πολυθρησκευτικής συνθέσεως του πληθυσμού.
Παρ' ότι και οι ίδιοι προέρχονταν από διάφορες φυλές, διάλεξαν την διαδικασία της εθνοπλασίας γιά να διατηρήσουν την κυριαρχία πάνω στα υπολείμματα της αυτοκρατορίας και αφού αποκήρυξαν το Χαλιφάτο(την θρησκευτική δηλαδή ηγεμονία επί των απανταχού Μουσουλμάνων), επιδόθηκαν με ζήλο στην εθνοκάθαρση και ¨αιμοκάθαρση¨ των ανύποπτων μέχρι τότε γι' αυτές τις έννοιες υπηκόων.
Η Τουρκική ηγετική ομάδα έχει ανάγκη να προβάλλει μια τέτοια "φυλετική καθαρότητα" και την δήθεν συνέχεια με την "ένδοξη" φυλή του Οθμάν, ώστε να συσπειρώνει τους υπηκόους της γύρω από τη μητέρα πατρίδα και την ηγεσία της που δεν έχει να τους προσφέρει παρά μιά μίζερη έως άθλια ζωή μέσα στο χρυσό κέλυφος της ένδοξης καταγωγής, του περιούσιου λαού κ.λπ.
Στην Τουρκία η "εθνοπλασία" άρχισε την τελευταία 50ετία βάσει προγράμματος που αποτελεί επίσημη πολιτική και συνεχίζεται, από τη μιά πλευρά με ωμή βία και από την άλλη, με "μελέτες" δήθεν "ιστορικών", "εθνολόγων", "γλωσσολόγων" κ.λπ. Τούρκων "εθνικοφρόνων" επιστημόνων αλλά και πολλών καλοπληρωμένων ξένων Τουρκολατρών. Ολοι αυτοί εντρύφησαν στην νεφελώδη ιστορία και τους μύθους των Οσμανλήδων, συμπλήρωσαν ότι χρειαζόταν, και έπλασαν το "Τουρκικό έθνος".
Αυτή είναι η ουσία του Κεμαλισμού που εκφράζεται με τη ρήση του Κεμάλ Ατατούρκ, "τί ευτυχία να είσαι Τούρκος" και δεν διαφέρει από τον Παντουρκισμό-Παντουρανισμό, την επιδίωξη δηλαδή ανασύστασης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η σύγχρονη κυρίαρχη ομάδα της Τουρκίας, δηλαδή οι στρατιωτικοί, διπλωμάτες, μεγαλογαιοκτήμονες και κατά δεύτερο λόγο η νεοδημιουργούμενη τάξη των εμπόρων, βιομηχάνων, εφοπλιστών κ.λπ. διακηρύσσουν την πίστη στις Κεμαλικές αρχές(ειρήνη στην Τουρκία, ειρήνη στον κόσμο) και δεν αντιφάσκουν όταν συγχρόνως διακηρύσσουν απροκάλυπτα τα παντουρκικά-παντουρανικά κ.λπ. οράματα.
Η κυρίαρχη ομάδα της Τουρκίας βαδίζει πάνω στις Οθωμανικές παραδόσεις, δηλαδή προσδοκά έσοδα και πλούτο από τη λεηλασία και όχι από την παραγωγική οργάνωση των υπηκόων της.
Γι αυτό και μόνιμη ενασχόλησή της είναι η ενίσχυση του στρατού και των διπλωματικών υπηρεσιών της ως εργαλείων για επέκταση και λεηλασία ξένου πλούτου, ενώ διατηρεί έναντι του "Τουρκικού" λαού την αφεντάδικη νοοτροπία του αυτοκρατορικού παρελθόντος, τον καταπιέζει και τον κρατά σε χαμηλό πνευματικό και πολιτικό επίπεδο γιά να τον Τουρκοποιήσει ευκολώτερα, αλλά κυρίως γιά να κατευθύνει την αγανάκτησή και επιθετικότητά του σε εξωτερικούς δήθεν εχθρούς.
4. Ισραήλ
Στον ασταθή χώρο των Βαλκανίων και της Αν. Μεσογείου, μπήκε δυναμικά από τη δεκαετία 1950-1960 και το Ισραήλ.
Η σοβαρή μελέτη του "φαινομένου Ισραήλ", είναι αναγκαία για την ερμηνεία όλων όσων συμβαίνουν στον ευρύτερο χώρο της Μ. Ανατολής και πολλών εξ όσων συμβαίνουν σ' όλο τον κόσμο.
Για μάς τους Ελληνες η μελέτη αυτή γίνεται ακόμη πιό αναγκαία, όχι μόνον διότι βρισκόμαστε στον ευρύτερο χώρο της Μ. Ανατολής με τον Αραβικό κόσμο του οποίου διατηρούμε παραδοσιακές σχέσεις, αλλά και διότι, ίσως σύντομα, χρειαστεί να μιμηθούμε μέρος της στρατηγικής και τακτικής του Ισραήλ για ν' αντιμετωπίσουμε τον Τουρκικό βρόχο που χρόνο με το χρόνο θα σφίγγεται γύρω απ' το λαιμό μας.
Ας κάνουμε όμως πρώτα μιά συνοπτική αναδρομή στην ιστορία του Εβραϊκού έθνους.
Οι Εβραίοι, ένα από τα αρχαιότερα έθνη της γής, βρέθηκαν πολλές φορές αντιμέτωποι με άλλα έθνη(Ασσύριους, Ελληνες, Ρωμαίους), και είχαν την κακή τύχη να υποστούν καταστροφικές ήττες.
Οι καταστροφές αυτές τους οδήγησαν στη διασπορά, όπου επί 2 χιλιάδες περίπου χρόνια προσπαθούν να επιβιώσουν εν μέσω εχθρικών εθνών υφιστάμενοι διωγμούς, ακόμη και γενοκτονία, ενώ κάποτε(κατά την Ελληνιστική περίοδο) κινδύνευσαν να χάσουν ακόμη και την ιδαίτερη εθνική και θρησκευτική ταυτότητά τους.
Σ' αυτές τις κρίσιμες περιόδους της ιστορικής διαδρομής τους ανέπτυξαν ειδικές μεθόδους επιβίωσης παρόμοιες των οποίων μόνον δύο άλλοι λαοί έχουν να επιδείξουν στην ιστορία τους, οι Ελληνες και οι Αρμένιοι οι οποίοι επίσης διεσπάρησαν ανά τον κόσμο.
Οι Εβραίοι όμως είχαν(και έχουν) ένα μεγάλο πλεονέκτημα έναντι των Ελλήνων και Αρμενίων, είχαν πάντα κοινό σημείο αναφοράς τη θρησκεία τους, η οποία παραμένει ίδια από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Ετσι η οργάνωση και η καθοδήγηση των εν διασπορά κοινοτήτων τους ήταν φυσικό να γίνεται από τους λειτουργούς αυτής της θρησκείας, τους ραβίνους. Οι ραβίνοι απετέλεσαν τους θεματοφύλακες όχι μόνον της θρησκείας αλλά και της γλώσσας και της εθνικής τους ταυτότητας.
Υπ' αυτές τις συνθήκες η θρησκεία και η εθνική ταυτότητα των Εβραίων ταυτίστηκαν αδιάσπαστα κι οι Εβραϊκές κοινότητες της διασποράς δεν είχαν πρόβλημα εκλογής αρχηγού,(με όλες τις σχετικές διχογνωμίες κ.λπ. που παρουσιάζονται αλλού), είχαν πάντα έναν ηγέτη αδιαμφισβήτητο, τον ραβίνο.
Το ένστικτο της επιβίωσης έκανε τους Εβραίους ν' αναπτύξουν ιδιαίτερες μεθόδους οργάνωσης των απανταχού κοινοτήτων τους και εξαιρετική αλληλεγγύη μεταξύ τους. Διεσπαρμένοι σχεδόν σ' όλο τον κόσμο και διαρκώς έτοιμοι για φυγή, αφού είχαν πλέον των άλλων και την κακή τύχη να χαρακτηρισθούν ως εχθροί της Χριστιανικής θρησκείας και να βρεθούν έτσι υπό διωγμόν και στα Ευρωπαϊκά κράτη όπου είχε καταφύγει το μέγιστο μέρος του Εβραϊκού έθνους, αναγκάστηκαν να κατευθυνθούν σε επαγγέλματα που βασίζονταν κυρίως στη γνώση, στο εμπόριο και στις χρηματικές συναλλαγές.
Αυτός ο προσανατολισμός και η εθελοντική ή, η επιβαλόμενη από την ηγεσία των κοινοτήτων τους φανατική αλληλοϋποστήριξη, έδωσε στους Εβραίους σοβαρό πλεονέκτημα, αφού σταδιακώς τα επαγγέλματα αυτά(επιστήμονες, άνθρωποι των ΜΜΕ, έμποροι, χρηματιστές), κατέστησαν τα πλέον επικερδή και ισχυρά.
Ο πλούτος και η πολιτική επιρροή που συγκέντρωσαν οι Εβραίοι ως άτομα, σε συνδυασμό με την ομαδική δράση τους, κατέστησε πανίσχυρες τις κοινότητές τους και έγινε όπλο όχι μόνο για την επιβίωσή τους αλλά και για την προετοιμασία μιάς νέας πανηγυρικής παλιγγενεσίας στα πάτρια εδάφη που ήταν χαμένα για χιλιάδες χρόνια.
Το όνειρο και η ευχή αιώνων, η Εβραϊκή "Μεγάλη Ιδέα", προετοιμάστηκε μεθοδικά και πραγματοποιήθηκε το 1948 με την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, υπό την καθοδήγηση του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συμβουλίου, την κεντρική δηάδή ηγεσία τους η οποία εδρεύει εκάστοτε εκεί που βρίσκεται η πηγή της παγκόσμιας ισχύος(από το 1950 έως σήμερα στη Ν.Υόρκη). 
Αλλά η πραγματοποίηση του προαιώνιου πόθου δεν οδήγησε σε αυταπάτες. Οι Εβραίοι με την πείρα τόσων αιώνων ξέρουν ότι ακόμη κι αν έφερναν στο Ισραήλ όλους τους ομοεθνείς τους δεν θα ήταν δυνατόν να επιβιώσουν μέσα στον εχθρικό Αραβικό ωκεανό.
Για να επιβιώσει το κράτος τους, το οποίο πέραν της συμβολικής και συναισθηματικής αξίας που έχει γι' αυτούς, χρησιμοποιείται και ως εργαλείο για την απόκτηση επιρροής σε μιά νευραλγική περιοχή της υφηλίου, χρειάζεται ισχύ οικονομική και πολιτική, τόση που μόνον οι ισχυρές ανά τον κόσμο κοινότητές τους-κυρίως στις ΗΠΑ-κατέχουν.
Γι αυτό οι Εβραίοι δεν μάχονται πλέον γιά την επέκταση των συνόρων του Ισραήλ ώστε να βρεθεί "ζωτικός χώρος" γιά την επάνοδο στην πατρώα γή των Εβραίων της διασποράς. Αντίθετα κινούνται δραστήρια γιά την ισχυροποίηση των απανταχού Εβραϊκών κοινοτήτων και την επανίδρυση όσων διαλύθηκαν, ή και την ίδρυση νέων. Και εμφανίζουν το Ισραήλ ως ένα κράτος διαρκώς αμυνόμενο και μή δυνάμενο να υποδεχθεί όλους τους ανά τον κόσμο Εβραίους, ώστε ν' αποτρέπουν τυχόν σκέψεις για μετακίνηση στο Ισραήλ και άλλων Εβραίων(ιδίως των ευημερούντων σε άλλες χώρες), καθώς και για να δικαιολογούν τις αγριότητες που διαπράττουν οι ίδιοι εις βάρος των Αράβων ως αμυντικές πράξεις.
Πρόσφατη και ενδεικτική της τακτικής αυτής είναι η περίεργη επιστροφή Ρωσοεβραίων(των περίφημων ¨διαφωνούντων¨)στην ΕΣΣΔ. Για την αναχώρηση των Ρωσοεβραίων αυτών και την μετανάστευσή τους στο Ισραήλ, έγινε παγκόσμια εκστρατεία και χρησιμοποιήθηκαν όλα τα μέσα πιέσεως προς την ΕΣΣΔ, η οποία ενέδωσε τελικά.
Οι μετανάστες όμως δεν πήγαν στο Ισραήλ αλλά στις ΗΠΑ και από κεί παραδόξως "ζήτησαν" να επιστρέψουν πάλι στην ΕΣΣΔ. Δεν νοστάλγησαν βέβαια τη Σοβιετική πατρίδα που τόσο πρόσφατα εγκατέλειψαν μετά βδελυγμίας, ούτε το γόητρο του Ισραήλ και των ΗΠΑ θα επέτρεπαν μιά τόσο εντυπωσιακή ανατροπή και διάψευση της θορυβώδους και δυσφημιστικής γιά την ΕΣΣΔ προπαγάνδας που είχε προηγηθεί.
Η επάνοδος έγινε "κατ' εντολήν" και συνδέεται άμεσα με τις νέες δυνατότητες που διανοίγονται τώρα για τους Εβραίους στην ΕΣΣΔ μετά την άνοδο του Μ. Γκορμπατσώφ στην ηγεσία της.
Οι Εβραίοι της διασποράς αποκρύπτουν επιμελώς και εντέχνως την καταγωγή και την ισχύ τους ώστε να μή προκαλούν τους λαούς μέσα στους κόλπους των οποίων ζούν και ευημερούν. Προς τούτο χρησιμοποιούν εντόπια ονοματεπώνυμα και μετέχουν ενεργά στην κοινωνική ζωή(οργανώσεις κ.λπ.) αλλά, δεν θέτουν οι ίδιοι υποψηφιότητα για πολιτικά αξιώματα, προτιμώντας να καθοδηγούν εκ των παρασκηνίων την πολιτική, παρεμβαίνοντας δραστικά με κάθε τρόπο ως ιδιοκτήτες των ΜΜΕ και ως χρηματοδότες κομμάτων και πολιτικών, κυρίως όταν και όπου θίγονται τα συμφέροντα των κοινοτήτων τους και του Ισραήλ. Αποκρύπτουν επίσης και την εθνική τους συνείδηση και εμφανίζουν εαυτούς ως "θρησκευτική μειονότητα", ενώ πρόκειται σαφώς περί "εθνικής μειονότητας", γεγονός που αποδεικνύεται από την άγρια και οργανωμένη πίεση που ασκούν στις κυβερνήσεις άλλων κρατών κάθε φορά που απειλούνται συμφέροντα του Ισραήλ, από την διπλή υπηκοότητα που έχουν σε κάποιες χώρες, από τη συμμετοχή τους ή την εκπαίδευσή τους στις ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ, από την τεράστια οικονομική ενίσχυση που παρέχουν προς το Ισραήλ με ατομικές συνδρομές, ενίοτε δέ και από την κατασκοπευτική εις βάρος της θετής πατρίδος τους και υπέρ του Ισραήλ δράση τους (Υπόθεση Πόλλακ στις ΗΠΑ).
Είναι γνωστό ότι στις μεγάλες δυτικές χώρες Εβραίοι κατέχουν ισχυρές θέσεις στο διπλωματικό σώμα και σε κρίσιμες δημόσιες υπηρεσίες, είναι κάτοχοι των μεγαλύτερων και των περισσότερων ΜΜΕ, κατέχουν τους μεγαλύτερους χρηματιστηριακούς και χρηματοπιστωτικούς οίκους και ειδικά στις ΗΠΑ αναδεικνύουν δικούς τους Υπουργούς Εξωτερικών ή τους περιβάλλουν ασφυκτικά, αφού "κατέχουν" όλες τις κρίσιμες θέσεις στο State Department.
Ετσι λοιπόν το Ισραήλ είναι πλέον το ορατό τμήμα ενός "παγόβουνου", μιάς ιδιόμορφης παγκόσμιας υπερδύναμης.
Μαχόμενο αρχικά γιά τη σταθεροποίηση του "δοτού"(από το 1948) προγεφυρώματος των Εβραίων στον εχθρικό Αραβικό περίγυρο, έφθασε ν' αποτελεί πλέον την πρώτη δύναμη στην περιοχή, δύναμη με παγκόσμιο πολιτικό βάρος και με τεράστια στρατιωτική ισχύ.
Σήμερα το Ισραήλ, με μιά πολεμική μηχανή δημιούργημα και επέκταση εκείνης των ΗΠΑ, που δεν πείθει πλέον ότι μάχεται μόνον γιά την ακεραιότητα της πατρίδας των Εβραίων αφού οι δυνατότητες και οι δραστηριότητές της υπερβαίνουν κατά πολύ της ανάγκες της άμυνας, έχει λόγο παγκόσμιας εμβέλειας και φυσικά τον πρώτο λόγο στα Μεσανατολικά πράγματα(φανερά και άμεσα), αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Αν. Μεσογείου(συγκεκαλυμένα και έμμεσα).
Αναφέρεται πάντα με κάποιο δέος η στρατιωτική ισχύς του Ισραήλ, αλλά ποτέ δεν αναλύονται(διερευνώνται) οι πηγές αυτής της αφύσικης(εν σχέσει με τον πληθυσμό και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές), ισχύος, ούτε γίνεται νύξη για την τεράστια πολιτική δύναμη που κατέχει και χρησιμοποιεί συχνότερα και στυγνότερα από την στρατιωτική.
Αυτός ο πέπλος σιωπής και μυστηρίου που περιβάλλει τις δραστηριότητες, τους στόχους και την ισχύ του Ισραήλ και των ανά τον κόσμο Εβραϊκών κοινοτήτων(και κυρίως αυτών), έχει έντεχνα υφανθεί και στηρίζεται στις αναστολές των άλλων λαών που πηγάζουν από την έντονη συναισθηματική φόρτιση που προκαλεί η ανάμνηση των κρεματορίων των Ναζί, φόρτιση που εξέθρεψαν κραυγαλέα και συντήρησαν επιστημονικά οι Εβραίοι με τις ανά τον κόσμο δυναμικές παροικίες τους, επιβάλλοντας έτσι την αυτόματη και αυστηρή καταδίκη κάθε έρευνας και κριτικής εις βάρος τους ως έκφραση "αντισημιτισμού". (Είναι εντυπωσιακό ότι έχουν κατορθώσει μέσα από τα ελεγχόμενα υπ' αυτών παγκόσμια ΜΜΕ ν' αναφέρονται οι πράξεις ξενοφοβίας και ξενηλασίας με τον δίδυμο όρο "ρατσισμός και αντισημιτισμός", αφήνοντας έτσι να εννοείται ότι ειδικώς οι εναντίον Εβραίων ενέργειες δεν είναι ένα είδος ρατσισμού αλλά ένα "ιδιώνυμο" αδίκημα.)
Δεν αρνούμαστε τη συμπάθειά μας εμείς οι Ελληνες, και δεν την αρνηθήκαμε ούτε στην κατοχή, όταν ακόμη και οι ίδιοι οι Εβραίοι(Γαλλοεβραίοι), παρέδιδαν στην Γκεστάπο τους φυγάδες Πολωνοεβραίους(βλέπε δίκη Κλάους Μπάρμπι στη Λυών το 1987), αλλά αν θέλουμε ν' αναλύσουμε και να ερμηνεύσουμε πολλά από τα συμβαίνοντα στον κόσμο και ιδίως στις ΗΠΑ και Ευρώπη και στη δική μας ευρύτερη περιοχή(Βαλκάνια, Μέση Ανατολή), ιδίως δέ γεγονότα που έχουν άμεση και δραματική επίδραση στην πορεία του δικού μας έθνους(Κυπριακό), οφείλουμε να μελετήσουμε τους Εβραίους και το Ισραήλ υπερβαίνοντας τις αναστολές που επιβάλλει η διαρκής "κρεματοριολογία" και η έντεχνη προβολή του τίτλου του "υπό διωγμόν λαού", που δεν ανταποκρίνεται πλέον στην πραγματικότητα και γίνεται πρόκληση όταν σκεφτεί κανείς τη θέση των Αρμενίων, Κούρδων και ιδίως των Παλαιστινίων γιά το ξεσπίτωμα και τη γενοκτονία των οποίων ευθύνονται οι Εβραίοι.
Και έχει τεράστια αξία το ότι οι Ελληνες δεν είναι αντιεβραίοι ενώ τούτο θα εδικαιολογείτο αφού, όποτε και όπου οι δυό λαοί βρέθηκαν υπόδουλοι σε κοινό δυνάστη (Ρωμαίους,Οθωμανούς), οι Εβραίοι συνέπραξαν πάντα με τον δυνάστη και ποτέ μαζί μας. Στα φιλικά και ανεξίκακα αισθήματά μας δεν υπήρξε ποτέ και δεν υπάρχει και σήμερα αμοιβαιότητα γιά λόγους που δεν εξηγούνται(πάντα ή μόνο) με ψυχρές πολιτικές εκτιμήσεις.
Ολοι οι Ελληνες αναγνωρίζουν την παντοδυναμία των Εβραίων αλλά συμπεριφερόμαστε ωσάν να μη μας επηρεάζει αυτή. Πρέπει να εξετάσουμε λοιπόν αν η ισχύς του Ισραήλ έχει επίπτωση(και ποιά) και στη δική μας τύχη.
Είναι βεβαιωμένο πλέον ότι το Ισραήλ προσβάλλει μόνιμα και σκληρά τα Ελληνικά συμφέροντα, άμεσα ή έμμεσα, όπως π.χ. εξοπλίζει απ΄ ευθείας και ενισχύει διπλωματικά την Τουρκία με το Εβραιο-αμερικάνικο "λόμπυ", υπονομεύει τον τουρισμό και την οικονομία μας με τις "ταξιδιωτικές οδηγίες", την "τρομοκρατολογία", την "αντισημιτολογία", το μποϋκοτάζ των προϊόντων μας κ.λπ. και πρωταγωνίστησε μέσω του Εβραιο-Αμερικάνου Χένρυ Κίσσινγκερ στην Κυπριακή τραγωδία, ενώ πλείστοι όσοι Εβραϊκής καταγωγής Αμερικανοί και Ευρωπαίοι δημοσιογράφοι, ιστορικοί, πολιτικοί κ.ά. επιτίθενται κατά παντός Ελληνικού, αμφισβητώντας ακόμη και την αξία ή την συμβολή του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού(βλέπε το σύγγραμμα ¨Μαύρη Αθηνά¨ του Μάρτιν Μπέρναλ) .
Η ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής περιλαμβανομένου του Ν.Αιγαίου και του Κρητικού πελάγους είναι χώρος που εμπίπτει άμεσα στα στρατηγικά ενδιαφέροντα του Ισραήλ αλλά και στα δικά μας.
Αν είχαμε αποδεσμευτεί από το πλέγμα της Μικρασιατικής καταστροφής και τη μίζερη αντίληψη της "ψωροκώσταινας", θα βλέπαμε το προφανές, ότι δηλαδή η Ελλάδα, είναι σε τέτοιο γεωγραφικό σταυροδρόμι και κατέχει τέτοια στρατηγικά σημεία(Κρήτη,Κύπρος,Αιγαίο κ.λπ.), ώστε να είναι μιά "εν δυνάμει" περιφερειακή δύναμη και το μόνο που απομένει για να γίνει και "ουσία" τοιαύτη, είναι να συνειδητοποιήσουμε οι ίδιοι τί μπορούμε να επιτύχουμε με μιά σταθερή εθνική διεκδικητική στρατηγική και τακτική, η οποία θα υποστηρίζεται από σταθερή και εύρωστη οικονομία και επαρκείς ένοπλες δυνάμεις.
Το Ισραήλ και η Τουρκία βλέπουν καλύτερα από μάς τις προοπτικές που μπορούμε να έχουμε και φροντίζουν να τις ψαλιδίζουν. Ετσι δικαιολογείται και η κοινή δράση τους εναντίον μας, δράση που όμως μπορεί ν' αναστραφεί και να γίνει "μπούμεραγκ" εις βάρος της Τουρκίας αν γίνουμε πιό δυνατοί και σοβαροί ώστε να πεισθεί το Ισραήλ ότι το συμφέρει η συνεργασία του με μας. Και τότε το Ισραήλ έχει τον τρόπο με τα ανά τον κόσμο ελεγχόμενα υπ' αυτού ΜΜΕ να προβάλλει δεόντως το "Κουρδικό" ζήτημα, το οποίο είναι από μόνο του ικανό να διαλύσει την Τουρκία.
5. Αλβανία - Κοσσυφοπέδιο
Η περίπτωση των Αλβανών είναι η χαρακτηριστικώτερη και πιό επιτυχημένη προσπάθεια "εθνοπλασίας".
Πρόκειται μιά από τις μεγαλύτερες παραποιήσεις της ιστορικής αλήθειας και την πλήρη εκτροπή της ιστορικής εξελίξεως των συγχρόνων Αλβανών, που οφείλεται κυρίως στην ξένη επέμβαση και προπαγάνδα αλλά και στην παγίδευση των νεοελλήνων και νεοαλβανών στη θρησκευτική αντιμαχία.
Είναι γνωστό σε όλους από την αρχαιότητα και έχει αποδειχθεί από επιφανείς ιστορικούς, εθνολόγους και γλωσσολόγους(συγγράμματα των οποίων κυκλοφορούν από 10ετίες στη χώρα μας), ότι οι Αρβανίτες, με όποιο όνομα κι' αν έχουν προσαγορευθεί κατά καιρούς, αποτελούν ένα πανάρχαιο τμήμα της Ελληνικής ομοφυλίας και η Αρβανίτικη διάλεκτος ένα πρωτογενές Ελληνικό ιδίωμα, τόσο κοντά στην Ομηρική γλώσσα, που γιά όποιον είναι σε θέση να κάνει αυτήν την σύγκριση, η διαπίστωση αποτελεί πραγματική αποκάλυψη.
Αυτή η ευρέως παραδεδεγμένη από τους ειδικούς ομοφυλία Αρβανιτών-Αλβανών και Ελλήνων, που οδηγούσε νομοτελειακά στην ίδρυση ενός ενιαίου κράτους-πατρίδας παρά τον διαχωρισμό των Αρβανιτών σε Χριστιανούς(Ορθόδοξους και Καθολικούς) και Μουσουλμάνους, υπέστη βάναυση προσβολή κατά τον 18ο αιώνα, τον αιώνα δηλαδή της "εθνοπλασίας" των Βαλκανίων, από την προπαγάνδα των μεγάλων Ευρωπαϊκών δυνάμεων και των Οθωμανών και οδήγησε σε λίγες(2-3) δεκαετίες, σε τέτοιο διαχωρισμό των Αρβανιτών σε Ορθόδοξους, Καθολικούς και Μουσουλμάνους, ώστε, οι Ορθόδοξοι Αρβανίτες(από τους οποίους προήλθε πλήθος αγωνιστών του 1821 και των οποίων κανείς δεν διανοήθηκε ν' αμφισβητήσει την Ελληνική και συνείδηση), να θεωρηθούν "αλλοεθνείς" με τους Μουσουλμάνους και καθολικούς Αρβανίτες.
Ο μεν Μουσουλμάνοι έμειναν πιστοί υπήκοοι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας(όσο αυτή κρατούσε), οι δε Καθολικοί πιστοί στα προστάγματα της φανατικά ανθελληνικής Ουνίας, συνέβαλαν τα μέγιστα στην εμπέδωση της περί "αλλοεθνίας" αντιλήψεως και στην ίδρυση άλλου(Αλβανικού) κράτους, παρέχοντες και τους Λατινοτραφείς ιδεολογικούς ταγούς του νεοπλασθέντος Αλβανικού κράτους(Φάν Νόλι κ.λπ.) .
Δυστυχώς και πάλι οι νεοέλληνες έδρασαν με τις διόπτρες του Ελληνορθόδοξου κράτους,και τη νοοτροπία της "μικράς και εντίμου" Ελλάδος, και έσπρωξαν ακόμη πιό μακρυά από τον Ελληνισμό τους νεοαλβανούς, επιβραβεύοντας έτσι το αισχρό ιστορικό ψέμμα των ραδιούργων Ευρωπαίων περί δύο διαφορετικών λαών(Ελλήνων-Αλβανών) και άφησαν ανεκμετάλλευτη τη ζωντανή απόδειξη της ταυτότητας Αλβανών-Αρβανιτών-Ελλήνων, τους Αρβανίτες της Ελλάδος δηλαδή, με τα πανάρχαια και Δωρικά ονόματα, ήθη και έθιμα και με μιά γλώσσα που, όπως προαναφέρθηκε, αυτή και μόνη αποτελεί την απόδειξη γιά την Ελληνική ρίζα και ταυτότητά τους.
Με την ανιστόρητη και κοντόφθαλμη αντιμετώπιση του "Αλβανικού" θέματος, υπάρχει ο κίνδυνος να εξελιχθεί η ως τώρα διαστροφή της ιστορικής αλήθειας σε σοβαρώτατο πρόβλημα.
Δηλαδή, δεδομένης της καταγωγής των Αρβανιτών της Ελλάδος και εν όψει της βαθμιαίας παγιώσεως της τελείως εσφαλμένης απόψεως περί αλλοεθνίας Ελλήνων και Αλβανών, δεν απομένει παρά η ωρίμανση κάποιων συνθηκών, γιά να τεθεί από την Αλβανία με τη συνδρομή και άλλων ενδιαφερομένων, θέμα "Αλβανικής μειονότητος" στην Ελλάδα.
Ηδη οι σχέσεις μας με την Αλβανία έχουν εξομαλυνθεί, αλλά από ανιστόρητους και αιθεροβάμονες ιδρύθηκαν σύνδεσμοι Ελληνο-Αλβανικής φιλίας, καλούνται Αλβανοί "ιστορικοί" να μιλήσουν γιά την ιστορία της Αλβανίας σε πανεπιστημιακά ιδρύματα κι' έτσι παγιώνεται συστηματικά και στους υπόλοιπους(πέραν των φανατικών Ορθοδόξων), η άποψη οτι οι Αλβανοί είναι άσχετος με τον Ελληνικό λαός και αποτελεί ιδιαίτερο, ανάδελφο μάλιστα κι' αυτό, έθνος.
Υπάρχει ακόμη λίγος χρόνος(όσο η Αλβανία δεν έχει "ανοιχτεί"), γι' ανατροπή της ανιστόρητης, εσφαλμένης και σφόδρα αντεθνικής πολιτικής μας και γιά την καθιέρωση μιάς άλλης σύμφωνης με τις ακόλουθες αρχές:
• βλέπουμε το Αλβανικό κράτος ως την ¨νομική έκφραση¨ της επιθυμίας των κατοίκων του να υπάρξουν στην παγκόσμια κοινωνική οργάνωση ως ανεξάρτητη, κυρίαρχη μονάδα, αλλά δεν παραβλέπουμε ούτε αποσιωπούμε ότι η "επιθυμία" αυτή προκλήθηκε με τις προσπάθειες τρίτων, βοηθήθηκε απ' αυτούς και εν τέλει εξώθησε μακρυά από τον Ελληνισμό τους Αρβανίτες-Αλβανούς,
• σεβόμαστε το Αλβανικό κράτος στο βαθμό που αυτό αποτελεί συνειδητή και ελεύθερη επιλογή των κατοίκων του και,
• δεν αποδεχόμαστε την ανιστόρητη και πλαστή αλλοεθνία Ελλήνων και Αλβανών, προβάλλοντας και τους Ελληνες Αρβανίτες σαν επιβεβαίωση και ζώσα απόδειξη της ιστορικής αλήθειας.
Στο θέμα Ελλάδα-Αλβανία-Αρβανίτες δε χωρεί ούτε άγνοια της ιστορίας, ούτε Ελληνορθόδοξες διόπτρες, ούτε σμικρύνσεις των ενδιαφερόντων μας στο ΒορειοΗπειρωτικό.
Οταν γείτονές μας "πλάθουν" εις βάρος μας έθνη εκ του μηδενός(Μακεδονικό), είναι εν τέλει εθνική μειοδοσία και αυτοκτονία ν' αγνοούνε, ή να διαστρέφουμε, ή να διστάζουμε να πούμε την ιστορική αλήθεια.
5. α. Κόσσοβο
Το Κόσσοβο(Κοσυφοπέδιο), ένα εύφορο υψίπεδο βόρεια της σημερινής Αλβανίας, είναι περισσότερο γνωστό σαν πεδίο δύο σημαντικών μαχών μεταξύ Οθωμανών και συνασπισμού Βαλκανίων.
Η αποφασιστική μάχη που ανέδειξε νικητές τους Οθωμανούς,(αλλά στοίχισε και τη ζωή του νικητή Σουλτάνου Μουράτ Ι,), έγινε το 1389 και σήμανε το τέλος της αντίστασης των Βαλκανίων στην Οθωμανική λαίλαπα.
Μόνον ο Γεώργιος Καστριώτης-Σκεντέρμπεης συνέχισε την απέλπιδα πλέον αντίσταση έως το 1467.
Μετά τη συντριβή και την εκδίωξη των Σέρβων από το Κόσσοβο λόγω των συνεχών εξεγέρσεών τους, την περιοχή εποίκησαν εξισλαμισμένοι Αλβανοί. Ηδη το Κόσσοβο κατοικούν σήμερα 2,5 περίπου εκατομ. Αλβανόφωνοι και ασήμαντος αριθμός Σέρβων.
Την πραγματικότητα αυτήν δεν την αρνούνται οι Σέρβοι, αλλά δεν δέχονται απαιτήσεις της Αλβανίας γιά το Κόσσοβο αφού εκεί κατοικούσαν οι πρόγονοί τους που πολέμησαν και μάτωσαν τον τόπο και διώχτηκαν από τους Οθωμανούς.
Οι Αλβανοί πάλι αντιπαραθέτουν το επιχείρημα ότι πρίν από τους Σέρβους κατοικούσαν και στο Κόσσοβο οι πρόγονοί τους Ιλλυριοί.
Αλλο ένα δείγμα δηλαδή του γόρδιου δεσμού των Βαλκανίων που ίσως σύντομα οδηγήσει σε σφαγή Σέρβων και Αλβανών.
6.  Επίλογος
Ολα τ' ανωτέρω δείχνουν ότι πρέπει να οργανωθούμε ώστε ν' αντιμετωπίσουμε μία διαρκή και συνεχώς διογκούμενη απειλή, η οποία, αν δεν παραδώσουμε αμαχητί τα εθνικά μας δίκαια, θα μας οδηγήσει μετά βεβαιότητος σε πολεμική αναμέτρηση.
Πρίν φθάσουμε όμως στην πλήρη διάλυση(και είμαστε πολύ πιό κοντά απ' όσο φαντάζονται οι κορυβαντιώντες νεοέλληνες), είναι ιστορική η ευκαιρία που μας δίνει αυτή η κρίση γιά ν' αναστρέψουμε την πτωτική πορεία και ν' αποδείξουμε ότι δεν είναι "δοτή" η ύπαρξή μας σ' αυτόν τον τόπο.
Εχουμε έξ άλλου την ιδιαίτερη τιμή να ζούμε στον τόπο που ο πολιτισμός έφθασε στο ύψιστο σημείο, έχουμε το προνόμιο να είμαστε κληρονόμοι αυτού του πολιτισμού και οφείλουμε να διατηρήσουμε αυτόν τον τόπο και τους κατοίκους του ελεύθερους και αξιοπρεπείς εκπληρώνοντας έτσι ιστορικό χρέος.
Η πρόκληση απευθύνεται σ' όλους τους πολίτες αλλά, δεδομένης της καταστάσεως της κοινωνίας μας, η κύρια ευθύνη πέφτει στη πνευματική και πολιτική ηγεσία.
Οι απλοί πολίτες, βυθισμένοι στο τέλμα της κοινωνίας μας και εμβρόντητοι από την επαπειλούμενη ραγδαία επιδείνωση του "τρόπου ζωής" των, δεν έχουν τη δυνατότητα να εμβαθύνουν στο πρόβλημα και να κατανοήσουν τους μηχανισμούς που μας οδήγησαν εδώ, καθώς κι' εκείνους που μπορούν να μας βγάλουν από το τέλμα πριν συμβεί κάποια συμφορά.
Η πολιτική σκέψη του νεοέλληνα χαρακτηρίζεται από υπερβολική επίδραση του συναισθήματος και ελάχιστη του ορθολογισμού. Τον διακρίνει επίσης άγνοια της ιστορίας και άρνηση των αμείλικτων νόμων που διέπουν τις διεθνείς σχέσεις, στις οποίες αυτός αναζητεί αφελώς "ηθικούς" κανόνες.
Αυτός ο τρόπος σκέψεως που καλλιεργήθηκε απ' τούς ξένους και από μερίδα της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας του τόπου γιά να διαιωνίζεται η κυριαρχία τους, οδήγησε κατά καιρούς σε συμφορές(1897, 1922, 1947) και σε βλακώδεις δηλώσεις (Ελλάς-Γαλλία-συμμαχία κ.λπ.).
Η πολιτική και πνευματική ηγεσία της χώρας έχει καθήκον ν' αναλάβει τη διαφώτιση μιλώντας ειλικρινά και λιτά.
Δεν είναι εφικτή και ίσως δεν είναι κι' απαραίτητη μιά ενιαία (υπερκομματική) πολιτική, αλλά είναι απολύτως αναγκαία η τήρηση κάποιων αρχών στην πρακτική των κομμάτων και στον πολιτικό λόγο.
Αν επιτευχθεί αυτό, οι πολίτες θα είναι έτοιμοι ν' ακούσουν πόσο άσχημη είναι η θέση μας και ν' αγωνισθούν σε ρεαλιστικές πλέον βάσεις για την ανασυγκρότηση της κοινωνίας μας και τη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας μας.
Η προσπάθεια για την ανακοπή της πορείας πλήρους αλλοτριώσεώς μας θα είναι δυνατή, αν μπορέσουμε να διατηρήσουμε ελεύθερο το κράτος μας.
Αυτή είναι τώρα η πρωταρχική μέριμνά μας απέναντι στην πολύ σαφή απειλή της Τουρκίας.
Χωρίς να παραμερίσουμε τις αρχές μας, την προσπάθεια γιά ανόρθωση του πολιτισμικού και βιοτικού επιπέδου και τη θετική στάση μας σε κάθε προσπάθεια ειρηνικής διευθέτησης των διεθνών προβλημάτων, πρέπει να δεχθούμε την ανάγκη χρησιμοποιήσεως κάθε πρόσφορου μέσου και κινητοποιήσεως όλου του δυναμικού μας(μέσα και έξω από την Ελλάδα), στην απόκρουση της Τουρκικής απειλής.
Ενώ οι σαφείς ενδείξεις γιά τις διαθέσεις της Τουρκίας απέναντί μας υπήρχαν από το 1950 τουλάχιστον, η δουλική προσήλωσή μας στη συμμαχία του ΝΑΤΟ και η πολιτική ρηχότητά μας, υποβάθμιζαν συστηματικά τις ενδείξεις αυτές, πολλές φορές δε και τις απέκρυπταν, όπως το 1955 που όλος ο κόσμος έμαθε τις λεπτομέρειες και είδε φωτογραφίες του οργίου καταστροφών και διωγμών του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης και Σμύρνης και μόνον σ΄ εμάς, τους άμεσα θιγόμενους, δεν έδειξαν τίποτα γιά να μην αποσταθεροποιηθεί η "συμμαχία".
Εδώ πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή στο ενδεχόμενο να παρασυρθούμε σε λανθασμένες εκτιμήσεις(που τις προωθούν και επώνυμοι με βρεφική πολιτική σκέψη), σχετικά με τις δήθεν "ειρηνικές και φιλικές" διαθέσεις του Τουρκικού λαού απέναντί μας καθώς και γιά τη βαρύτητα που θα μπορούσαν νάχουν τυχόν τέτοιες διαθέσεις.
Αλλά, άλλο είναι η προσδοκία της συνεννόησης γιά ειρηνική συμβίωση και άλλο η πραγματικότητα που διαγράφεται λόγω της μιζέριας και του χαμηλού επιπέδου του Τουρκικού λαού.
Αλλο εν τέλει ο Τουρκικός λαός και άλλο η ηγετική ομάδα που τον κατευθύνει προς την τροχιά των δικών της αυτοκρατορικών οραμάτων.
Η ποδηγεσία του Τούρκικου λαού από την ηγετική ομάδα της Τουρκίας είναι πλήρης, άν και δεν είναι μόνον αυτός ο λόγος που δοκιμάσαμε πικρά τις "φιλικές" διαθέσεις των Τούρκων σε κάθε ευκαιρία.
Εξ άλλου έχουμε και παλαιότερα και πολύ πρόσφατα δείγματα του ενθουσιασμού και του ζήλου με τον οποίο ο Τούρκικος λαός εξετέλεσε το έργο εξανδραποδισμού των Ελλήνων της Μικρασίας και της εισβολής στην Κύπρο.
Είναι αφελές να ελπίζουμε στην πτώση του πολεμικού οίστρου του Τούρκικου λαού, όταν βλέπουμε να καταλαμβάνονται από πολεμική υστερία λαοί πολύ πιό "πολιτισμένοι", όπως οι Αμερικανοί(Βιετνάμ,Γρανάδα,Λιβύη), οι Βρεττανοί(Φώκλαντ) κ.λπ.
Αντίθετα, ο οίστρος των Τούρκων θ' αυξάνεται όσο η Τουρκία θ' αναβαθμίζεται σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη, μιά και, όπως διδάσκει η ιστορία, φιλειρηνικοί είναι(εξ ανάγκης μάλλον) οι αδύνατοι, ενώ οι πολίτες μεγάλων και ισχυρών χωρών είναι υπερήφανοι γιά την ισχύ που κατέχουν και θέλουν να τη χρησιμοποιούν.
Η εμμονή μας σε ρωμαντικές προσπάθειες γιά φιλία και ειρήνη με τον Τουρκικό λαό, θα εκλαμβάνεται ως αδυναμία από τους Τούρκους, θα προκαλεί ειρωνικά σχόλια και οικτίρμονες ανακοινώσεις των μεγάλων και δε θα προσφέρει καμμία απολύτως ουσιαστική βοήθεια από διεθνείς οργανισμούς.
Αντίθετα, ναρκώνει το πνεύμα του δικού μας λαού και χαλαρώνει τις προσπάθειες γιά αμυντική προετοιμασία.
Η υποβάθμιση εξ άλλου του μεγέθους της απειλής που γίνεται συστηματικά από την πολιτική ηγεσία, εγκυμονεί τον κίνδυνο να συνηθίσουμε στην ιδέα μιάς "ανήσυχης συμβίωσης" με τους Τούρκους ενώ όλες οι ενδείξεις και τα συστατικά στοιχεία της κρίσης πείθουν ότι, το μορατόριουμ δεν θα είναι διαρκές και δεν είναι δυνατή παρά μιά δυναμική λύση(κατευθυνόμενη ίσως από τους μεγάλους), αλλά προορισμένη να πνίξη στις συνέπειες ενός μικρού ή μεγάλου πολέμου τις διεκδικήσεις ή τις αντιρρήσεις και των δύο ή του ασθενέστερου αντιπάλου.
Οι εκτιμήσεις μας για το είδος και το μέγεθος της Τουρκικής απειλής είναι ενστικτώδεις, αβαθείς και ανιστόρητες, κι' αυτό όχι μόνο από τους απλούς πολίτες, αλλά και από πολιτικούς και ανώτερους αξιωματούχους.
Γνωρίσαμε την Οθωμανική αυτοκρατορία ως ραγιάδες, κερδίσαμε την ανεξαρτησία μας εις βάρος της, διατρέξαμε έναν ηρωϊκό "Ελληνικόν" αιώνα(1821-1922) και όταν δοκιμάσαμε την καταστροφική ήττα του 1922, οι τύψεις που μας βάρυναν για την αποτυχία να στηρίξουμε τον δικό μας πολιτισμό σε μιά από τις πανάρχαιες κοιτίδες του, στη Μικρασία δηλαδή, μας έκαναν να θεωρήσουμε ότι έληξαν οι εκατέρωθεν λογαριασμοί και κηρύξαμε σε άγνοια την Τουρκία.
Δημιουργήσαμε λοιπόν(ή αφήσαμε να δημιουργηθεί), στις μετά το 1922 γενιές η εντύπωση, ότι η Κεμαλική Τουρκία, δεδομένων και των εσωτερικών προβλημάτων της, δεν αποτελούσε, γιά το ορατό τουλάχιστον μέλλον, απειλή γιά τη χώρα μας.
Ετσι εφησυχασμένοι γιά τα εξ ανατολών σύνορά μας, νομίσαμε πως διασφαλιστήκαμε ακόμη περισσότερο με την ένταξη στο ΝΑΤΟ και αφήσαμε τις γνώσεις μας γιά την Τουρκία να σταματάνε στον Ομέρ Βρυώνη και τον Δράμαλη.
Καμμιά υπηρεσία και κανένας μελετητής δεν ασχολήθηκε με την μετακεμαλική Τουρκία, τίποτε σχεδόν δε διδάχθηκε στις στρατιωτικές σχολές και στο διπλωματικό σώμα και αφήσαμε τους Τούρκους να μας σπουδάζουν(κυριολεκτικά), όχι από θαυμασμό βέβαια, αλλά σαν μελλοντικούς αντιπάλους και ίσως μελλοντικούς "υπηκόους".
Οταν εκδηλώθηκε η κυπριακή κρίση του 1974, το Ελληνοκυπριακό τμήμα του Τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών βρέθηκε επανδρωμένο με 34 διπλωμάτες πρώτης σειράς και εμπειρογνώμονες πολλοί των οποίων διορίστηκαν και τελείωσαν, ή θα τελειώσουν, την καριέρα τους σ' αυτό το ίδιο τμήμα.
Η άθλια δική μας αντίστοιχη επάνδρωση είναι γνωστή.
Η κυρίαρχη ομάδα της Τουρκίας, κληρονόμος και συνεχιστής των αυτοκρατορικών παραδόσεων, διαθέτει έναν πολύπειρο και ικανώτατο διπλωματικό και στρατιωτικό μηχανισμό, γνωρίζει τις δυνατότητές της, γνωρίζει τις αδυναμίες των μεγάλων γιατί η ίδια ήταν μέχρι πρόσφατα αυτοκρατορία, γνωρίζει τους κυνικούς κανόνες που διέπουν τις διεθνείς σχέσεις και έχει μακροπρόθεσμη και σταθερή πολιτική και υψηλότατους στόχους και μιά παραδοσιακή ικανότητα ελιγμών.
Οι στόχοι της δεν αποκρύπτονται πλέον και δεν υπολείπονται της ανακτήσεως της επιρροής επί των ή/και των εδαφών της τέως Οθωμανικής αυτοκρατορίας στη Βαλκανική, Κριμαία, Ιράκ, Συρία κ.λπ.
Οι στόχοι της αυτοί, αλλά και τα παντουρκικά ευρύτερα οράματα, φαίνονται ίσως ανεδαφικά σήμερα(1987) με τον Σοβιετικό γίγαντα πάνω απ' το κεφάλι της και δείχνουν να μη συμβιβάζονται με τον ρεαλισμό και την πρακτικότητα που διακρίνει την Τουρκική κυρίαρχη ομάδα.
Είναι όμως τα οράματα και οι στόχοι αυτοί είναι ανεδαφικοί ;
Οι δραματικές πολλές φορές μεταλλαγές της τύχης λαών και κρατών, έμοιαζαν απίθανες πρίν συμβούν και η ακμή και παρακμή των δυνάμεων και η συνεχής διαδοχή ισχυρών από πρώην αδυνάτους, συμβαίνει νομοτελειακά στην ιστορία.
Είναι νομοτέλεια ότι κάποτε θα παρακμάσουν οι σημερινοί ισχυροί ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, νωρίτερα η δεύτερη και όχι πολύ αργά η πρώτη(Και θεωρώ πλέον ή βέβαιον ότι η ΕΟΚ, όχι μόνον δεν πρόκειται να αντλήση μέρος του κενού δυνάμεως που θα δημιουργηθεί, αλλά θα παρακμάσει η ίδια νωρίτερα) .
Το κενό δυνάμεως θα το καλύψουν άλλες, παγκοσμίου ή περιφερειακού επιπέδου δυνάμεις.
Μιά μεγάλη, παγκοσμίου ή περιφερειακού επιπέδου, δύναμη δεν δημιουργείται τυχαία ούτε αυτομάτως. Υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες των οποίων η ύπαρξη είναι απαραίτητη για να γίνει δυνατή η εκκόλαψη μιάς μεγάλης δύναμης.
Αυτό που μας ενδιαφέρει να ερευνήσουμε είναι αν μπορεί και η Τουρκία να πάρει μέρος του κενού δυνάμεως που θα δημιουργηθεί κυρίως από την παρακμή της ΕΣΣΔ αλλά και άλλων γειτονικών χωρών(Ελλάδος, Ιράκ, Συρίας κ.λπ.).
Κατά την άποψή μου υπάρχουν κατά την τρέχουσα ιστορική περίοδο στον γεωγραφικό περίγυρο και μέσα στην Τουρκία οι παράγοντες και προϋποθέσεις για να γίνει αυτή ισχυρή περιφερειακή δύναμη.
Δηλαδή υπάρχουν, μεγάλος πληθυσμός, εξαιρετικά μεγάλος δείκτης γεννητικότητας, μεγάλη εδαφική έκταση, ανεκμετάλευτος ορυκτός πλούτος, κάτοικοι ολιγαρκείς και εργατικοί και μια(αναπαραγόμενη με επιμέλεια) εξαιρετικής στάθμης ηγετική ομάδα με διάθεση για κατακτήσεις και με πίστη και εμμονή σε συγκεκριμμένους υψηλότατους στόχους.
Αυτό που παρεμποδίζει τη υλοποίηση των στόχων της, είναι η παρεμβολή των μεγάλων δυνάμεων,(όπου και όταν παραβλάπτονται τα συμφέροντά τους) και η δύναμη αντιστάσεως των υποψηφίων θυμάτων της.
Η Τουρκία έχει λοιπόν τρείς βασικές φροντίδες:
α. να διατηρεί την εσωτερική συνοχή και να ισχυροποιεί την οικονομία της,
β. να επιδιώκει την αποδυνάμωση(και να παρακολουθεί και επιβεβαιώνει το βαθμό της), των υποψηφίων θυμάτων της,
γ. να συντονίζει τα συμφέροντά της με τα, κατά τις περιστάσεις, συμφέροντα των μεγάλων, να προωθεί τους στόχους της αποφασιστικά έστω κι' αντίθετα στην επιθυμία των μεγάλων σε περιόδους αδυναμίας αντιδράσεώς των, κι ακόμη να παρεμβαίνει εκ των έσω στη διαμόρφωση της πολιτικής των με διάφορα πρόσφορα μέσα(λόμπυς κ.λπ.).
Και στους τρείς αυτούς τομείς η Τουρκία φαίνεται να τα καταφέρνει πολύ καλά.
Δεν είναι λοιπόν ανεδαφικοί οι στόχοι της γιά επέκταση και επιρροή σε ευρύτερο χώρο και γιά την ανύψωσή της σε κυρίαρχη χώρα στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από την άλλη πλευρά εμείς, λαός ολιγάριθμος, με φθίνουσα γεννητικότητα, με μικρή εδαφική έκταση, με ασθενή οικονομία, με ταραγμένη πολιτική ζωή και παιδαριώδη πολιτική σκέψη, επαναπαυμένοι γιά δεκαετίες στην ισχύ των κανόνων φιλίας, συμμαχίας και ηθικής, με ελάχιστα ερείσματα στο διεθνή χώρο, με μίζερη και μόνιμα αμυντική νοοτροπία, μοιάζουμε σαν ώριμα θύματα της Τουρκικής επιθετικότητας και προστρέχουμε και πάλι σε διάφορους προστάτες και ξορκίζουμε τον πόλεμο, αρνούμενοι να θυσιάσουμε το κακώς κεκτημένο  και χυδαίο βιοτικό επίπεδό μας.
Ηδη όλο και περισσότεροι πολίτες αρχίζουν να νοιώθουν ότι πλησιάζουμε στο "ραντεβού" με την ιστορία, το άλλο όμως ραντεβού, εκείνο που δε μας περιμένει η αλλαγή του κοινωνικού συστήματος, αλλά ένα ακόμη(και ίσως το μοιραίο) Μαντζικέρτ, ένα ακόμη 1453 και ένα ακόμη 1922.
Οι Τούρκοι,(δηλαδή η κυρίαρχη ομάδα), γνώστες της ιστορίας, ξέρουν και το δήλωσαν πρόσφατα ότι, πάντα(με ελάχιστα ιστορικά διαλείματα), στο χώρο που καλύπτει τη Νότια Βαλκανική, το Αιγαίο και τη Μικρασία, ένας ήταν κάθε φορά "το αφεντικό" και γιά να υπάρξει κατά την άποψή τους ιστορική συνέπεια, πρέπει και τώρα να εκλείψουν οι "αφύσικες γεωγραφικές ρυθμίσεις" και να κυριαρχήσουν οι ίδιοι σε μιά "λογική" (όπως την εννοούν αυτοί) γεωγραφική ενότητα.
Οι επεκτατικές διαθέσεις τους είναι δεδηλωμένες και ο λαός τους έχει γαλουχηθεί μ' αυτές.
Δε μπορεί να υπάρξει ηγεσία που ν' απαρνηθεί την πολιτική αυτή χωρίς να κατηγορηθεί γιά προδοσία.
Η επίθεση γιά την επέκταση προς τον εδαφικό μας χώρο άρχισε από την Κύπρο και θα συνεχιστεί οπωσδήποτε μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν.
Και οι συνθήκες αυτές δεν έχουν σχέση με τα εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας ή τις ανάγκες και τα προβλήματα του Τουρκικού λαού, αυτά είναι δεδομένα και δεν επηρεάζουν τις επεκτατικές διαθέσεις της ηγεσίας του, όπως αφελώς διατείνονται κάποιοι δικοί μας.
Οι συνθήκες αναφέρονται στη δική μας κατάσταση και στην ανοχή των μεγάλων, ή στη δυνατότητα επεμβάσεώς των.
Η Τουρκία μπήκε ήδη από τη δεκαετία του 50 στην τροχιά μιας επεκτατικής, μεγαλοϊδεατικής πολιτικής και μόνον μιά σοβαρή ήττα θα την εκτρέψει απ' αυτήν.
Εχει την παραδοσιακή ικανότητα να καιροφυλακτεί και να παραπλανά τα υποψήφια θύματά της, ώστε στο αποφασιστικό χτύπημα να έχει απέναντί της διαιρεμένους, αποδυναμωμένους και ανύποπτους αντιπάλους.
Προετοιμάζει μεθοδικά έναν ισχυρό σύγχρονο στρατό σε βάρος της κοινωνικής προόδου και επενδύει στην εξωτερική πολιτική της μεγάλα κεφάλαια προσδοκώντας από τις διεθνείς σχέσεις και τη στρατιωτική ισχύ, αυτό που κίνησε πάντοτε τους Οσμανλήδες, δηλαδή την κυριαρχία επί άλλων λαών και την απόκτηση έτοιμου πλούτου.
Γιά ν' αποφύγουμε το ρόλο του θύματος που τόσες φορές παίξαμε στην ιστορία, θα πρέπει:
  • να μελετήσουμε την ιστορία, τη δική μας και των άλλων, αλλά με κριτικό και φιλοσοφικό πνεύμα, για ν' αντλήσουμε απ' αυτήν διδάγματα,
  • να ξεπεράσουμε το πλέγμα της ήττας του 1922, να ξαναδούμε χωρίς ενοχές και προκαταλήψεις τί ήταν και τί προσέφερε στο Ελληνικό κράτος και στον Ελληνισμό η "Μεγάλη Ιδέα" και να βρούμε μιά "νέα μεγάλη ιδέα" για οδηγό και στόχο,
   • να δούμε την πανηγυρική επανάκαμψη σε όλες τις χώρες των κακοφήμως αποκαλούμενων "εθνικισμών" που δεν είναι όμως παρά η αφύπνιση του πατριωτισμού, δηλαδή της επιθυμίας και του δικαιώματος κάθε ατόμου ν' ανήκει σ' ένα εθνικό σύνολο με κοινά πολιτιστικά στοιχεία και ιστορικές ρίζες, για να ξαναβάλουμε στο λεξιλόγιό μας λέξεις όπως, Εθνος, Πατρίδα, Στρατός κ.λπ. χωρίς να τις συνδέουμε συνειρμικά με τον φασισμό, εθνικισμό κ.λπ.
  • να εξοικειωθούμε με το ενδεχόμενο ενός πολέμου και να μη χαρακτηρίζουμε μιλιταριστή, πολεμοκάπηλο και πατριδοκάπηλο όποιον δεν επιδίδεται σε ουτοπικές και ατελέσφορες φιλειρηνικές δραστηριότητες.
Ωριμοι πλέον γιά να δηλώσουμε και μεταξύ μας ότι η σωτηρία της πατρίδας είναι επιθυμία μας και πρώτιστο καθήκον, πρέπει να προχωρήσουμε σε ριζική αναθεώρηση της πολιτικής πρακτικής και στην αναμόρφωση της κοινωνίας μας.
Να παραδεχθούμε ότι η στρεβλή ανάπτυξη της οικονομίας μας οδηγεί στο μαρασμό και τη χρεωκοπία, και να δεχθούμε τη ραγδαία υποχώρηση του βιοτικού-καταναλωτικού επιπέδου μας ως συνέπεια της αναγκαίας ταχείας ανάσχεσης της κακής πορείας της οικονομίας μας.
Παράλληλα πρέπει να δώσουμε στους εσωτερικούς πολιτικούς αγώνες τη σοβαρότητα και ειλικρίνεια που λείπουν όλο και περισσότερο.
Να περιορίσουμε το πνεύμα της επιείκιας που φθάνει τα όρια της ατιμωρησίας των πάντων και ν' αποβάλουμε τη νοοτροπία του "εφικτού" που οδηγεί σε συρρίκνωση των στόχων και ηττοπάθεια.
Να περιορίσουμε το βεληνεκές των εσωτερικών κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, ώστε να μη προσβάλλεται το αμυντικό κέλυφος και η οικονομία της χώρας.
Στην εξωτερική πολιτική έχουμε να συναγωνιστούμε έναν πολύπειρο και υψηλής στάθμης Τουρκικό διπλωματικό σώμα που διαθέτει πλούσια μέσα.
Εναντι αυτού εμείς διαθέτουμε μιά, άνευ πρακτικής αξίας επί του παρόντος, κατ' αρχήν(και υπό αίρεσιν) ευμενή διάθεση των περισσοτέρων χωρών λόγω του δημοκρατικού καθεστώτος, της ένταξης στην κοινή αγορά και της θέσεως του αμυνόμενου έναντι των διεκδικήσεων της Τουρκίας.
Διαθέτουμε ακόμη σημαντικώτατες αλλ' αναξιοποίητες δυνατότητες ενισχύσεως των απόψεών μας από ισχυρές ομογενειακές κοινότητες σε διάφορες και με πολιτικό βάρος χώρες όπως οι ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία κ.λπ. τις οποίες κοινότητες πρέπει να οργανώσουμε το ταχύτερο δυνατόν.
Πρέπει ν' ανεβάσουμε τη στάθμη των διπλωματικών μας υπηρεσιών και ν' αυξήσουμε σημαντικά τα κονδύλιά τους.
Πρέπει να αποδεχόμαστε το κόστος διατήρησης της στρατιωτικής μηχανή μας σε επίπεδο που να εξασφαλίζει τουλάχιστον την ισορροπία δυνάμεων και να κατευθυνθούμε γοργά σε εξοπλισμούς ποιοτικούς, ώστε να αντισταθμισθεί η βέβαιη μελλοντική ποσοτική υπεροχή της Τουρκίας.
Ν' ασκήσουμε δραστήρια και ρεαλιστική αλλ' επιθετική πολιτική προς κάθε κατεύθυνση και τον ρεαλισμό αυτόν να τον μεταδώσουμε και στους πολίτες γιατί είναι απαράδεκτο να βαυκαλίζεται ο λαός με ελπίδες συμπαραστάσεως από χώρες και οργανισμούς με βάση τις αρχές της ηθικής και του δικαίου.
Τελειώνοντας και ανακεφαλαιώνοντας, διαπιστώνουμε ότι η Τουρκία:
  • γιά λόγους εσωτερικούς, ιστορικούς και λόγω της χαλαρώσεως του ελέγχου των υπερδυνάμεων, αναπτύσσει με αύξοντα ρυθμό επιθετική-επεκτατική πολιτική,
  •  υπερτερεί κατά το ότι μπορεί ν' απειλήσει και να επιχειρήσει κατάληψη τμημάτων του εδάφους μας, ενώ εκείνη νοιώθει να μην απειλείται λόγω της βαθειάς ενδοχώρας της,
  • έχει συνέπεια και διάρκεια στην πολιτική της που ασκείται από-και γιά λογαριασμό μιάς ηγετικής ομάδας, σταθερά προσανατολισμένης σε "αυτοκρατορικά" οράματα, αλλά παράλληλα ικανής και ρεαλιστικής,
  • έχει εξασφαλίσει πλεονεκτήματα στο διπλωματικό στίβο και ισχυρά ερείσματα σε κρίσιμες θέσεις του ΝΑΤΟ, της ΕΟΚ, του ΟΗΕ, στον Ισλαμικό κόσμο και τα τελευταία χρόνια πραγματοποιεί μιά εντυπωσιακή και αποτελεσματική διείσδυση στα Πανεπιστημιακά ιδρύματα και στον κόσμο των διανοουμένων γενικώτερα, που συνδυάζεται με αντίστοιχη μείωση της επαφής των Ευρωπαίων κυρίως με την κλασσική Ελληνική παιδεία και τον περιορισμό των γνώσεων γιά την Ελλάδα και τον πολιτισμό της στο "συρτάκι" και στο "σουβλάκι",
  • κάνει ότι χρειάζεται για να εξασφαλίσει υπεροπλία και είναι πολύ κοντά στην πραγματοποίηση του στόχου της,
  • έχει σοβαρά προβλήματα με τους Κούρδους και μπορεί-αν το προσπαθήσουμε-ν' αποκτήσει ακόμη σοβαρώτερα με τους Αρμενίους και κάποιους χριστιανούς που υπάρχουν ακόμη στην κεντρική Μικρασία,
  • είναι υποχρεωμένη να προσέχει εκτεταμένα σύνορα με την ΕΣΣΔ και παράλληλα να μεριμνά γιά τη συντήρηση των επεκτατικών βλέψεών της προς όλους τους γείτονές της,
  • διεκδικεί έναν ευρύ χώρο επιρροής σε περιοχή που υπάρχει κι αλλοι ισχυροί μνηστήρες,(Ισραήλ, Ιράκ, Συρία),
  • δεν μπορεί να κινηθεί "ζωηρά" και ανεξέλεγκτα στον περίγυρό της, λόγω της ευαισθησίας του χώρου(πετρέλαια της μέσης Ανατολής, στενά Δαρδανελλίων κ.λπ.).
Εμείς θα διασωθούμε αν απαντήσουμε στην πρόκληση της Τουρκίας σαν ν' απαντάμε σε πρόκληση της Ιστορίας.
Ν' ανασυντάξουμε τη σκέψη μας, τη ζωή μας και την οικονομία μας, να βάλουμε πάλι υψηλούς στόχους, ν' αποβάλλουμε την αμυντική τακτική και να μπούμε μ' όλες τις δυνάμεις μας στο παιχνίδι της ισχύος που η Τουρκία θέλησε(και είμαστε υποχρεωμένοι), να παίξουμε.
ΤΙΠΟΤΕ δεν αποκλείεται, αρκεί να κινηθούμε έξυπνα και με δική μας πρωτοβουλία, όχι συρόμενοι και αμυνόμενοι.
Εν τέλει δεν είναι ούτε η ΕΟΚ ούτε-πολύ περισσότερο-το ΝΑΤΟ, ούτε βέβαια και η Σοβιετική Ενωση που θα μας σώσουν από τον οριστικό αυτή τη φορά αφανισμό, αλλά η συνειδητοποίηση των υποχρεώσεων που συνεπάγεται η επιθυμία διατηρήσεως του κράτους-πατρίδας και η γνώση της αρχής ότι, κάθε λαός, έθνος κ.λπ. οφείλει να επιβεβαιώνει καθημερινά την αναγκαιότητα και το δικαίωμα παρουσίας του στη διεθνή κοινότητα.
Ελευθ. Τσουρέλης
Πολιτικός Μηχ/κός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου